Γιατί δεν μειώνονται οι τιμές της βενζίνης και του πετρελαίου στα πρατήρια, ενώ οι διεθνείς τιμές των καυσίμων έχουν υποχωρήσει σημαντικά;
Το ερώτημα αυτό, που απασχολεί τη συντριπτική πλειονότητα των πολιτών, έχει πολλές απαντήσεις, οι οποίες αποτυπώνουν χρόνιες παθογένειες στην αγορά πετρελαιοειδών της χώρας μας αλλά και τη διαπλοκή της κυβέρνησης με ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα.
Πρώτα απ’ όλα, τα διϋλιστήρια και οι μεγάλες εταιρείες που διακινούν τα καύσιμα λειτουργούν συνεννοημένα ως καρτέλ. Ο ανταγωνισμός που θα βοηθούσε στην πτώση των τιμών είναι ανύπαρκτος.
Επιπλέον, η κυβέρνηση της χώρας μας έχει επιλέξει να επιβαρύνει τις τιμές των υγρων καυσίμων με τους υψηλότερους συντελεστές εμμέσων φόρων σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιβάλλει ειδικό φόρο κατανάλωσης 0,700 ευρώ σε κάθε λίτρο βενζίνης και ΦΠΑ με συντελεστή 24% επί του αθροίσματος καθαρής τιμής, ειδικού φόρου κατανάλωσης και λοιπών τελών και επιβαρύνσεων. Το αποτέλεσμα είναι πάνω από το 50% της λιανικής τιμής πώλησης της βενζίνης να καλύπτεται από εμμέσους φόρους και τέλη.
Έχει επίσης παρατηρηθεί ότι οι εταιρείες κινούνται χωρίς κοινωνική ευθύνη, καθώς καθυστερούν τις μειώσεις όταν πέφτει η διεθνής τιμή του πετρελαίου, αλλά ανεβάζουν αμέσως τις τιμές όταν αυξάνεται.
Από την πλευρά της, η κυβέρνηση ενώ παρακολουθεί τις τιμές δεν προχωρεί στην επιβολή ποινών όταν διαπιστώνει αδικαιολόγητες ανατιμήσεις. Αντιθέτως, με την ανοχή της, συναινεί ουσιαστικά στο να μην περνάνε άμεσα και αναλογικά οι μειώσεις της διεθνούς τιμής του πετρελαίου στα πρατήρια ώστε να μην μειώνονται τα φορολογικά έσοδα.
Την ίδια ώρα οι έλεγχοι από την ΑΑΔΕ και την Επιτροπή Ανταγωνισμού είναι ελλιπέστατοι έως ανύπαρκτοι.
Είναι προφανές ότι η σημερινή κυβέρνηση ωφελείται πολλαπλά από τις υψηλές τιμές στα καύσιμα. Αφενός βοηθά τα ισχυρά επιχειρηματικά συμφέροντα της αγοράς ενέργειας να αποκτούν υπερκέρδη, κτίζοντας συμμαχίες μαζί τους τις οποίες αξιοποιεί πολιτικά, αφετέρου κρατά σε υψηλά επίπεδα τις εισπράξεις δημοσίων εσόδων από τους φόρους στα καύσιμα για να εξασφαλίζει τα πλεονάσματα του κρατικού προϋπολογισμού.
Η ΝΙΚΗ, σε αντίθεση με την κυβέρνηση, στέκεται στο πλευρό των απλών πολιτών που πλήττονται από την ακρίβεια στα καύσιμα. Απαιτεί από τους συναρμόδιους υπουργούς να εγκαταλείψουν αυτές τις άθλιες πρακτικές, να προχωρήσουν άμεσα στη μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης ο οποίος επιβαρύνει υπέρμετρα νοικοκυριά, μικρομεσαίες επιχειρήσεις, κτηνοτρόφους και αγρότες και να θεσμοθετήσουν αυστηρότερες ποινές για τις εταιρείες που κερδοσκοπούν και δεν συμμορφώνονται με το κανονιστικό πλαίσιο.
Η ΝΙΚΗ καλεί επίσης τις ελεγκτικές υπηρεσίες του Υπουργείου Ανάπτυξης, της ΑΑΔΕ και της ΡΑΕ να ενεργοποιηθούν για τη διενέργεια ουσιαστικών ελέγχων στην αγορά και ζητά από την Επιτροπή Ανταγωνισμού να παρέμβει, επιτέλους, ώστε να υπάρξουν κυρώσεις στην καρτελοποιημένη αγορά των διυλιστηρίων και των εταιρειών καυσίμων οι οποίες καταγράφουν υπερκέρδη.