Σε μια Ελλάδα που οι διεθνείς αναλύσεις και οι υπουργοί μιλούν για «ισχυρή ανάκαμψη», η καθημερινότητα του μέσου πολίτη έχει μετατραπεί σε ένα διαρκές οικονομικό ναρκοπέδιο. Πίσω από τους μέσους όρους και την ψυχρή στατιστική, κρύβεται μια αλήθεια που η κυβέρνηση θέλει να αγνοεί ή επιλέγει να ωραιοποιεί.
Για άλλον ένα μήνα, τα κυβερνητικά στελέχη είναι οι μοναδικοί Έλληνες που πανηγυρίζουν για τη λεγόμενη πτώση του πληθωρισμού. Το 2% του Απριλίου 2025, σε σύγκριση με τον Απρίλιο 2024, δεν αντικατοπτρίζει την ασφυκτική ακρίβεια που βιώνουν τα ελληνικά νοικοκυριά, ειδικά στις τιμές των βασικών αγαθών.
Εκείνο, ωστόσο, που αποτελεί πραγματική πρόκληση και προσβολή στη νοημοσύνη μας είναι το ‘’εύρημα’’ της κυβερνητικής υπηρεσίας ΕΛΣΤΑΤ, οτι δήθεν το κόστος στέγασης έχει αυξηθεί 3,4% τον τελευταίο χρόνο.
Το παραπάνω, είναι τόσο εξώφθαλμα αναληθές, που, σύμφωνα με δημοσιεύματα, ακόμα και, ο φιλικός προς την κυβέρνηση, διεθνής οίκος Morgan Stanley αναφέρει οτι : «τα ενοίκια καταγράφουν επίμονες και ανησυχητικές αυξήσεις με ρυθμό +10,5% ετησίως, έναντι μόλις +2,9% στην Ευρωζώνη, επιβαρύνοντας κυρίως τα χαμηλότερα εισοδήματα. Το 35% των ελληνικών νοικοκυριών είναι ενοικιαστές, και για τα πιο ευάλωτα, το ενοίκιο απορροφά έως και 22% του διαθέσιμου εισοδήματος».
Από το σχετικό γράφημα, προκύπτει οτι η Κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι η πρώτη που «καταφέρνει» να εκτοξεύσει το ποσοστό ετήσιας αύξησης των ενοικίων σε αστρονομικά επίπεδα από το 2001, που υπάρχει Ευρώ στην Ελλάδα.
Καθημερινά, λοιπόν, γινόμαστε μάρτυρες της συνολικής απορρύθμιση της αγοράς, της συνεχούς ισχυροποίησης των καρτέλ (στην ενέργεια, στα καύσιμα, στα διόδια, στις μεταφορές, στις τράπεζες, στις ασφαλιστικές εταιρείες, στις εταιρείες τηλεπικοινωνίας κλπ) της αποτυχίας ελέγχων και – κυρίως – της κυβερνητικής απάθειας. Το market pass, το fuel pass, και κάθε άλλης μορφής «προσωρινό βοήθημα» δεν αποτελούν λύση, αλλά προεκλογικά εργαλεία εντυπώσεων.
Για τους λίγους όμως ισχύουν διαφορετικά πράγματα. Ενδεικτικά και σύμφωνα με δημοσιεύματα, (Οικονομικός Ταχυδρόμος, 2.12.2024), τα στοιχεία από 35 επιχειρήσεις Σούπερ Μάρκετ, δείχνουν οτι το 2023 είχαν πωλήσεις 12,24 δισ. ευρώ, κατά 10,12% υψηλότερα από το 2022. Πρόκειται για την 7η συνεχόμενη χρονιά σημαντικής ανόδου των πωλήσεων, με συνολική αύξηση περιόδου 61% ή 4,65 δισ. ευρώ. H καθαρή κερδοφορία των 35 εταιρειών του δείγματος το 2023 διαμορφώθηκε στα 220,50 εκατ. ευρώ. Ο τζίρος των σούπερ μάρκετ θα φθάσει το 2024 τα 14,8 δισ. Ευρώ και τα κέρδη προβλέπεται επίσης να αυξηθούν.
Ως ΝΙΚΗ θεωρούμε οτι η ραγδαία αύξηση των τιμών στα τρόφιμα, στα καύσιμα, στην ενέργεια, στη στέγαση και στις υπηρεσίες, έχει καταστήσει εδώ και καιρό το μηνιαίο εισόδημα τελείως ανεπαρκές. Η υπερφορολόγηση -από την κυβέρνηση- με υψηλότατους φορολογικούς συντελεστές ακόμη και σε βασικά αγαθά προκειμένου να επιτευχθούν τα «ματωμένα» πρωτογενή πλεονάσματα κατ’ απαίτηση των δανειστών απομειώνουν ακόμη περισσότερο την αγοραστική δύναμη των εισοδημάτων.
Ουσιαστική πολιτική σημαίνει ρύθμιση της αγοράς, «σπάσιμο» των καρτέλ, έλεγχος των τιμών, πάταξη της αισχροκέρδειας, στήριξη της εγχώριας παραγωγής και ανακούφιση της κοινωνίας με μόνιμα μέτρα, όχι επικοινωνιακά πυροτεχνήματα.
Αυτό που φτωχαίνει τους πολίτες είναι η πολιτική αδιαφορία, η ιδεολογική προσήλωση στην ελεύθερη αγορά χωρίς ρυθμιστικές δικλείδες και η έλλειψη κοινωνικής ευαισθησίας. Η ακρίβεια στην Ελλάδα δεν είναι φυσικό φαινόμενο. Είναι αποτέλεσμα πολιτικών επιλογών που ευνοούν τα καρτέλ και τους ολιγάρχες.