Με ιδιαίτερα υψηλούς τόνους και σκληρή κριτική προς την κυβέρνηση τοποθετήθηκε στη Βουλή ο βουλευτής Λάρισας και αντιπρόεδρος της ΝΙΚΗΣ, Γεώργιος Ρούντας, κατά τη συζήτηση για την κύρωση του Κρατικού Προϋπολογισμού οικονομικού έτους 2026.
Ο κ. Ρούντας χαρακτήρισε τη διαδικασία ψήφισης του Προϋπολογισμού ότι διεξάγεται υπό το βάρος «αποτυχημένων πολιτικών» που οδηγούν στη φτωχοποίηση της κοινωνίας. Άσκησε προσωπική κριτική στον υπουργό Κυριάκο Πιερρακάκη, κατηγορώντας τον ότι συνέβαλε καθοριστικά στην «εδραίωση μιας ψηφιακής δικτατορίας», την ώρα που –όπως είπε– η χώρα φτωχοποιείται καθημερινά.
Ο αντιπρόεδρος της ΝΙΚΗΣ στάθηκε ιδιαίτερα στη ρητορική της «μετάβασης στη νέα εποχή» που, όπως υποστήριξε, επαναλαμβάνεται από κυβερνητικά στελέχη χωρίς σαφή ορισμό. Την ίδια στιγμή, όπως ανέφερε, ο πρωτογενής τομέας βιώνει «απόλυτο ευτελισμό», με αφορμή και το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, το οποίο χαρακτήρισε «άθλιο».
Κατά τον κ. Ρούντα, ο τρόπος διακυβέρνησης παραπέμπει σε «εκλόγιμη μοναρχία», ενώ κατήγγειλε την ταύτιση του κομματικού συμφέροντος με το εθνικό συμφέρον. Υποστήριξε ότι η στάση αυτή απαξιώνει θεσμούς όπως η εξεταστική επιτροπή και στερεί από τον ελληνικό λαό το δικαίωμα να γνωρίζει την αλήθεια, σημειώνοντας πως η «εκκωφαντική σιωπή» στις πρόσφατες διαδικασίες έχει ήδη οδηγήσει την κοινωνία στα συμπεράσματά της.
Ο βουλευτής Λάρισας αναφέρθηκε εκτενώς στην κατάσταση του αγροτικού και κτηνοτροφικού κόσμου, κάνοντας λόγο για «λεηλασία και κατάρρευση» εδώ και έξι χρόνια. Απέδωσε την κρίση σε πολιτική ανικανότητα, αδιαφορία και κυρίως σε «βαθιά και οριζόντια διαφθορά» στη δημόσια διοίκηση. Επεσήμανε ως βασικά προβλήματα το υψηλό κόστος παραγωγής, τις χαμηλές τιμές πώλησης, τις φυσικές καταστροφές χωρίς επαρκείς αποζημιώσεις, την καταβολή ενισχύσεων σε μη δικαιούχους, αλλά και τη δράση funds που –όπως είπε– αφαιρούν περιουσίες από τους πολίτες.
Σύμφωνα με τον κ. Ρούντα, η ελληνική ύπαιθρος ερημώνει, η οικονομία καταρρέει και οι νέοι αναγκάζονται να μεταναστεύσουν, ενώ η Ελλάδα, «η χώρα της εύφορης γης και του ήλιου», μετατρέπεται σε εισαγωγέα τροφίμων, αντί να είναι αυτάρκης. Την ευθύνη απέδωσε συνολικά στις κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης, οι οποίες –όπως είπε– ευνοούν τους ισχυρούς και θυσιάζουν τους αδύναμους.
Ιδιαίτερη έμφαση έδωσε στο ζήτημα της ευλογιάς των αιγοπροβάτων, μιλώντας για «τεράστια καταστροφή» που αφέθηκε να εξαπλωθεί ανεξέλεγκτα. Παρέθεσε στοιχεία σύμφωνα με τα οποία, από τον Αύγουστο του 2024 έως τον Νοέμβριο, καταγράφηκαν περίπου 1.800 κρούσματα σε 2.200 εκτροφές, ενώ θανατώθηκαν πάνω από 433.000 ζώα. Κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι επέλεξε μαζικές θανατώσεις αντί εμβολιασμών, παρότι –όπως ανέφερε– το εμβόλιο ήταν διαθέσιμο στην Ευρώπη από το 2023 και άλλες χώρες, όπως η Ιταλία και η Βουλγαρία, το αξιοποίησαν εγκαίρως.
Ο κ. Ρούντας έκανε λόγο για τραγικές συνέπειες στον κτηνοτροφικό κόσμο, αναφερόμενος χαρακτηριστικά σε κτηνοτρόφους που, όπως είπε, «νοσηλεύονται με εγκεφαλικά από τον πόνο της απώλειας». Παράλληλα, επικαλέστηκε επικρίσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ελλείψεις και παραλείψεις των ελληνικών αρχών.
Αναφερόμενος στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ, μίλησε για εκτεταμένη κακοδιαχείριση και διαφθορά, με εκατομμύρια ευρώ να χάνονται σε εικονικές δηλώσεις και παράνομες επιδοτήσεις. Υποστήριξε ότι μόνο το 2024 η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία εντόπισε υποθέσεις ύψους περίπου 1,3 δισ. ευρώ, εκ των οποίων σημαντικό ποσοστό αφορά τον αγροτικό τομέα.
Ο αντιπρόεδρος της ΝΙΚΗΣ άσκησε έντονη κριτική στην πρόθεση μεταφοράς του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ, κάνοντας λόγο για θεσμική ασυμβατότητα, καθώς –όπως είπε– πρόκειται για έναν φορέα αγροτικών ενισχύσεων και έναν φοροεισπρακτικό μηχανισμό με εντελώς διαφορετική αποστολή. Τόνισε επίσης ότι η ανεξαρτησία της ΑΑΔΕ συνεπάγεται μειωμένη πολιτική λογοδοσία για τη διαχείριση δισεκατομμυρίων ευρώ.
Κλείνοντας, ο Γεώργιος Ρούντας υποστήριξε ότι η συντριπτική πλειονότητα των αγροτών δεν είναι απατεώνες, αλλά θύματα ενός διεφθαρμένου συστήματος. Διαβεβαίωσε ότι η ΝΙΚΗ θα σταθεί σταθερά στο πλευρό των αγροτών και των κινητοποιήσεών τους, δηλώνοντας ότι στόχος είναι η ανατροπή της σημερινής κυβέρνησης και η οικοδόμηση «μιας Ελλάδας δίκαιης, παραγωγικής και περήφανης».


