Η κυβερνητική ρητορική περί ανακούφισης των πολιτών από υπέρογκες τραπεζικές προμήθειες, καταρρέει παταγωδώς μπροστά στην ωμή πραγματικότητα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες. Ενώ ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, μόλις τον προηγούμενο Δεκέμβριο, κατά την συζήτηση έγκρισης του Προϋπολογισμού 2025 δήλωνε πανηγυρικά ότι οι χρεώσεις για βασικές τραπεζικές κινήσεις μηδενίζονται, έξι μήνες μετά οι πολίτες βρέθηκαν αντιμέτωποι με έναν νέο γύρο εξοντωτικής τιμολόγησης, που αποδεικνύει ότι οι τράπεζες τελικά κάνουν ό,τι θέλουν, χωρίς κανέναν έλεγχο.
Η παρέμβαση του Υπ. Εθνικής Οικονομίας Κυρ. Πιερρακάκη με τροπολογία προκειμένου να ‘’τιθασεύσει’’ την αισχροκέρδεια συστημικής τράπεζας η οποία πώλησε το 80% των ΑΤΜ της εκτός καταστημάτων, σε άλλη εταιρεία, με αποτέλεσμα εξωφρενικές χρεώσεις – έως και 2,10 € για μια απλή ανάληψη μετρητών, ακόμα και από πελάτες της ίδιας τράπεζας και χρέωση επιπλέον 1,50 ευρώ για ενημέρωση υπολοίπου δεν πείθουν.
Σημειωτέον δε ότι οι πιο ληστρικές και προσοδοφόρες για τις τράπεζες προμήθειες, τις οποίες δεν διανοήθηκε να αγγίξει η κυβέρνηση, είναι τα περίφημα «έξοδα φακέλου» τα οποία επιβαρύνουν με ποσά της τάξεως των 70 έως και 200 ευρώ ακόμη και καταναλωτικά ή προσωπικά μικροδάνεια ύψους 500, 1.000 ή 2.000 ευρώ, τα οποία λαμβάνονται μέσω internet από τις συστημικές τράπεζες. Πρόκειται για δάνεια μέσω e-banking που εκταμιεύονται μέσα σε λίγες ώρες στους λογαριασμούς τους, χωρίς γραφειοκρατικές διαδικασίες και για τα οποία οι τράπεζες παρακρατούν τα «έξοδα φακέλου» μειώνοντας ισόποσα τα εκταμιευόμενα ποσά των δανείων.
Επιπλέον, η κυβέρνηση δεν διανοήθηκε καν να θίξει τις νέου τύπου προμήθειες που έχουν επιβάλει αυθαίρετα οι τράπεζες τον τελευταίο έναν χρόνο, σε εκατομμύρια υφιστάμενους τραπεζικούς λογαριασμούς πελατών τους. Πρόκειται για χρεώσεις που κυμαίνονται από 0,5 έως και 4 ευρώ τον μήνα και επιβάλλονται στα υπόλοιπα των λογαριασμών ακόμη κι αν αυτά είναι μηδενικά, μετατρέποντάς τα σε αρνητικά!
Οι τράπεζες λοιπόν, βρίσκουν τρόπους να παρακάμπτουν ακόμη και τις πρωθυπουργικές εξαγγελίες, ώστε να επιβάλουν χρεώσεις που θα ήταν ανεπίτρεπτες αν προέρχονταν απευθείας από αυτές. Η κυβέρνηση το γνωρίζει και το επιτρέπει και το καλύπτει.
Είναι ξεκάθαρο οτι ο κυβερνητικός πολιτικός λόγος διαπνέεται από πλήρη αδιαφορία για την κοινωνία. Από τη μία, διακηρύξεις για περιορισμό των καταχρηστικών χρεώσεων και από την άλλη σιωπηλή αποδοχή ενός καθεστώτος τραπεζικής αυθαιρεσίας που απομυζά καθημερινά τους πιο ευάλωτους. Και όσο η κυβέρνηση «καταγγέλλει» τις χρεώσεις στις ανακοινώσεις της, αλλά τις νομιμοποιεί στην πράξη, η εμπιστοσύνη των πολιτών καταρρέει – μαζί με κάθε ψευδαίσθηση δικαιοσύνης.
Η ασυνέπεια μεταξύ λόγων και πράξεων, είναι πρόβλημα Δημοκρατίας. Και ο πολίτης πλέον το αντιλαμβάνεται : πίσω από τις φανταχτερές εξαγγελίες, δεν κρύβεται καμία πρόθεση ελέγχου, μόνο η πλήρης υποταγή στο τραπεζικό σύστημα.
Γραφείο Τύπου ΝΙΚΗΣ