Σε μια ακόμη αποκάλυψη του πραγματικού κοινωνικού και πολιτικού προσανατολισμού της κυβέρνησης εξελίχθηκε η συζήτηση στη Βουλή για την τροπολογία σχετικά με τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο.
Η κοινοβουλευτική αντιπαράθεση μεταξύ του βουλευτή Αχαΐας της ΝΙΚΗΣ, Σπυρίδωνα Τσιρώνη και του υφυπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Γεωργίου Κώτσηρα ανέδειξε με ωμό τρόπο το χάσμα ανάμεσα στην κοινωνική πραγματικότητα των δανειοληπτών και την κυβερνητική επιλογή πλήρους ευθυγράμμισης με τα συμφέροντα των τραπεζών, των funds και των servicers.
Ο κ. Τσιρώνης κατήγγειλε ευθέως ότι η κυβέρνηση απέφυγε συνειδητά κάθε ουσιαστική δημόσια διαβούλευση με τους συλλόγους των δανειοληπτών, ακριβώς επειδή γνώριζε ότι η τροπολογία που κατέθετε δεν συνιστά λύση, αλλά μηχανισμό διαχείρισης υπέρ των ισχυρών. Όπως τόνισε, «αντί μιας καθαρής, οριζόντιας και δίκαιης ρύθμισης, η κυβέρνηση εισάγει μια τεχνητή πολυδιάσπαση κατηγοριών, η οποία αφήνει εκτός ουσιαστικής προστασίας τη μεγάλη πλειονότητα των δανειοληπτών».
Ο βουλευτής της ΝΙΚΗΣ τόνισε ότι το κράτος παραιτείται από τον ρόλο του ως εγγυητή δικαιοσύνης και μεταβιβάζει πλήρως τον κίνδυνο στον αδύναμο πολίτη, απέναντι σε έναν απολύτως ασύμμετρο μηχανισμό οικονομικής ισχύος. «Αυτός είναι ο λόγος που δεν θέλατε διαβούλευση. Γιατί οι δανειολήπτες δεν ζητούν ελεημοσύνη, ζητούν δικαιοσύνη», υπογράμμισε.
Ιδιαίτερα αιχμηρή υπήρξε η κριτική του στο λεγόμενο «κλείδωμα της ισοτιμίας», το οποίο χαρακτήρισε ως μηχανισμό επιβολής τετελεσμένων. «Η ρύθμιση υποχρεώνει τον δανειολήπτη να αποδεχθεί πλήρως τη συναλλαγματική ζημία και ταυτόχρονα να παραιτηθεί, στην πράξη, από κάθε ουσιαστική διεκδίκηση καταχρηστικότητας των όρων», ανέφερε. Πρόκειται, σύμφωνα με τον κ. Τσιρώνη, για μια διαχρονική κυβερνητική πρακτική που μετατρέπει ένα κοινωνικό πρόβλημα σε πεδίο επιθετικής είσπραξης, χωρίς διαφάνεια, χωρίς πραγματική εποπτεία και χωρίς δυνατότητα ισότιμης διαπραγμάτευσης.
Ο βουλευτής της ΝΙΚΗΣ μίλησε ανοιχτά για παράδοση χιλιάδων οικογενειών «στο κλουβί των λεόντων», με την απειλή των πλειστηριασμών να λειτουργεί ως εργαλείο εκβιασμού και οικονομικής εξόντωσης.
Καθοριστική ήταν και η αναφορά του στην «ευρωπαϊκή εμπειρία», την οποία –όπως επισήμανε– η κυβέρνηση αποφεύγει συστηματικά, επειδή είναι αποκαλυπτική. Σε χώρες όπου τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο εξελίχθηκαν σε μαζικό κοινωνικό πρόβλημα, τα κράτη ανέλαβαν ενεργό ρόλο, σε συνεργασία με τα εθνικά δικαστήρια και το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θέτοντας στο επίκεντρο την προστασία του καταναλωτή.
«Εκεί όπου η Ευρώπη αναγνώρισε τη θεσμική και κοινωνική διάσταση του προβλήματος, η ελληνική κυβέρνηση το μετατρέπει σε ατομική ευθύνη του οφειλέτη. Εκεί όπου η Ευρώπη προστάτευσε τον πολίτη, εδώ προστατεύονται οι ισολογισμοί», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ιδιαίτερη ανησυχία εξέφρασε και για τη διάταξη που προβλέπει την κατάργηση εκκρεμών δικαστικών διαδικασιών με την ένταξη στη ρύθμιση, τονίζοντας ότι η χρονική συγκυρία μόνο τυχαία δεν είναι, καθώς βρίσκονται σε εξέλιξη κρίσιμες δικαστικές υποθέσεις. Κατηγόρησε ευθέως την κυβέρνηση ότι στέκεται «δίπλα στα καρτέλ των τραπεζών και των φίλων της ολιγαρχών» και όχι δίπλα στην κοινωνία.
Υπεκφυγές και γενικολογίες
Στην απάντησή του, ο υφυπουργός Γεώργιος Κώτσηρας περιορίστηκε σε γενικόλογες αναφορές περί «νομικά άρτιας λύσης» και «σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος». Απέφυγε να απαντήσει στα κρίσιμα ζητήματα καταχρηστικότητας, μεταφοράς του κινδύνου και περιορισμού της δικαστικής προστασίας. Η επίκληση επιλεκτικών παραδειγμάτων από άλλες ευρωπαϊκές χώρες προκάλεσε νέα παρέμβαση του Σπυρίδωνα Τσιρώνη, ο οποίος τον κατηγόρησε για παραπλανητική χρήση της ευρωπαϊκής νομολογίας.
Ο βουλευτής της ΝΙΚΗΣ υπενθύμισε ότι σε χώρες όπως η Πολωνία, η Ουγγαρία, η Κροατία, η Ρουμανία και η Ισπανία, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έθεσε σαφείς αρχές: ο συναλλαγματικός κίνδυνος πρέπει να εξηγείται με πλήρη και κατανοητό τρόπο, η έλλειψη διαφάνειας καθιστά τους όρους καταχρηστικούς και η προστασία του καταναλωτή υπερισχύει κάθε χρηματοπιστωτικής σκοπιμότητας.
«Αυτή είναι η ουσία της διαφοράς μας», κατέληξε. «Εσείς προστατεύετε τις τράπεζες, τα funds και τους servicers. Εμείς στεκόμαστε με τον πολίτη, τον δανειολήπτη, την οικογένεια». Κάλεσε την κυβέρνηση να αποσύρει την τροπολογία, να ξεκινήσει πραγματική διαβούλευση με τους ίδιους τους δανειολήπτες και να αναλάβει την πολιτική ευθύνη που της αναλογεί.
Η συζήτηση ολοκληρώθηκε με την κυβέρνηση να αποφεύγει την ουσία της υπόθεσης και να αφήνει ανοιχτό ένα βαθύ πολιτικό και κοινωνικό ρήγμα γύρω από ένα ζήτημα που εξακολουθεί να στοιχειώνει δεκάδες χιλιάδες ελληνικές οικογένειες και να αποτελεί μία από τις πιο σκοτεινές πληγές της μνημονιακής περιόδου.
Δείτε εδώ το σχετικό βίντεο:


