*Τοποθέτηση του Προέδρου της ΝΙΚΗΣ Δημητρίου Νατσιού στην Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής για την συζήτηση του σχεδίου του Κρατικού Προϋπολογισμού 2026
Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, συζητάμε σήμερα όχι απλώς μία τεχνική πρόταση προϋπολογισμού για το 2026, αλλά το σχέδιο ζωής για την πατρίδα μας. Μια πατρίδα που οι αντοχές της δοκιμάζονται καθημερινά, που ασθμαίνει ανηφορίζοντας τον Γολγοθά της, που βλέπει τα παιδιά της να εξαθλιώνονται, να απελπίζονται, να μεταναστεύουν, και –ακόμη χειρότερο– να λιγοστεύουν. Εάν απομακρυνθεί κανείς από την κατάσταση και αναστοχαστεί με ψυχραιμία, θα διαπιστώσει πως ζούμε μία πολιτική και κοινωνική φάρσα· μία πραγματικότητα διπρόσωπη.
Από τη μια μεριά, οι κυβερνητικές κορώνες γεμάτες υποσχέσεις, ποσοστά, προβλέψεις, ρυθμούς ανάπτυξης – αλλά με άδεια πορτοφόλια. Βλέπουμε δείκτες αισιοδοξίας(!) σε μια κοινωνία που κατατάσσεται, και αυτό είναι τρομακτικό, δεύτερη παγκοσμίως σε ποσοστά κατάθλιψης. Κατορθώσατε τη χώρα του φωτός να την κατοικεί ένας λαός που βυθίζεται στα σκοτάδια της απελπισίας. Δεν βλέπει ελπίδα. Ένας εμπαιγμός επιτυχίας σε μια πατρίδα που έχασε το χαμόγελό της. Από την άλλη, η σιωπή της κοινωνίας, το άγχος των Ελλήνων να επιβιώσουν, των παιδιών που πεινούν, των εργαζομένων που μετατρέπονται επίσημα και θεσμικά πια σε μεταμοντέρνους είλωτες.
Οι αριθμοί, αγαπητοί συνάδελφοι, μπορεί να μη λένε ψέματα, εσείς, όμως, λέτε ψέματα με τους αριθμούς. Μας παρουσιάζετε έναν επιτυχημένο προϋπολογισμό: αύξηση του ΑΕΠ, σταθερότητα, περιορισμό πληθωρισμού, επενδύσεις και λοιπά ηχηρά παρόμοια, που λέει και ο ποιητής. Άραγε σε ποιους πολίτες τα προβάλλετε με επιτυχία; Πίσω από κάθε στατιστική γραμμή, αν υποβάλλουμε σε «χημική ανάλυση» αυτές τις δήθεν επιτυχίες του προϋπολογισμού, τι θα συναντήσουμε; Μία οικογένεια που δεν τα βγάζει πέρα, ένα νέο παιδί που δουλεύει τρεις κακοπληρωμένες δουλειές, μία μάνα που μετράει τα ψώνια στο σούπερ μάρκετ με το σταγονόμετρο κι έναν συνταξιούχο που κάνει τον σταυρό του να τα βγάλει πέρα.
Μιλάτε για αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις, αποκρύπτοντας επιμελώς ότι αυτές οι αυξήσεις δεν θα έχουν κανένα αντίκρισμα στην καθημερινότητα των ανθρώπων, αφού οι τιμές τρέχουν πιο γρήγορα και από την ανάσα μας. Πανηγυρίζετε, αντί να απολογηθείτε –να απολογηθείτε, αγαπητοί μου– στα παιδιά μας, στους πλέον ανυπεράσπιστους πολίτες αυτής της χώρας. Η ποιότητα ενός κράτους κρίνεται από το πώς φέρεται στα παιδιά του και στους συνταξιούχους.
Τα πιο πρόσφατα στοιχεία μιλούν από μόνα τους: ένας στους τέσσερις ανήλικους μεγαλώνει σε συνθήκες ανέχειας. Συνθήκες ντροπής για ένα κράτος που θέλει να λέγεται σύγχρονο και να τιμά τα θεμελιώδη δικαιώματα. Ένα στα τέσσερα παιδιά στερείται τη θέρμανση, τρώει ένα γεύμα την ημέρα, εγκαταλείπει το σχολείο ή μισοδουλεύει για να στηρίξει την οικογένεια. Η φτώχεια δεν είναι απλώς εισόδημα κάτω από το όριο· είναι κατακερματισμός της ζωής, απογοήτευση, στίγμα.
Εδώ οι αριθμοί δεν είναι υπέρ σας. Μιας και σας αρέσει να μιλάτε με στατιστικές και νούμερα, να σας θυμίσω ότι μας καταντήσατε πρώτους σε παιδική φτώχεια στην Ευρώπη.
Μιλάτε για μείωση της ανεργίας. Μόνο που η μείωση της ανεργίας δεν σημαίνει και αύξηση των εργαζομένων. Ένας στους πέντε νέους παραμένει άνεργος και όσοι εργάζονται δουλεύουν με μισθούς πείνας και σε συνθήκες που, με το πρόσφατο νομοσχέδιό σας, νομιμοποιείται η εξουθένωσή τους. Πετάξατε το οκτάωρο στα σκουπίδια — ένα δικαίωμα κεκτημένο με αίμα, που έδινε στον εργαζόμενο τη δυνατότητα να είναι και άνθρωπος: να μορφώνεται, να ψυχαγωγείται, να μεγαλώνει τα παιδιά του, να ενημερώνεται, να υπάρχει, να ζει, τελικά, σαν άνθρωπος. Τώρα, όσοι γλιτώνουν την ανεργία μετατρέπονται σε εργαλεία αδιάκοπης εργασίας που φτάνει τις δεκατρείς ώρες.
Οι επιθεωρητές εργασίας μίλησαν καθαρά και απροκάλυπτα: το νομοσχέδιο οδηγεί σε πλήρη εργασιακή εξουθένωση. Έγιναν τα νομοσχέδιά σας εφιάλτες στα όνειρα των ανθρώπων που θέλουν να ζήσουν με αξιοπρέπεια. Γι’ αυτό, δυστυχώς, εγκαταλείπουν μαζικά τη χώρα, γι’ αυτό δεν δημιουργούν οικογένειες, γι’ αυτό ρημάζουν τα σχολειά μας. Επτακόσια πενήντα σχολεία έκλεισαν φέτος σε όλη την επικράτεια. Ήμουν χθες στα Γρεβενά και στην Καστοριά – τεράστιο το πρόβλημα. Δημογραφική κατάρρευση κυριολεκτικά. Οι άνθρωποι εκεί, με μύρια προβλήματα, ιδίως οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι, βρίσκονται σε δεινότατη θέση. Αγαπητοί μου, η πολιτική σας μυρίζει ερείπια και καταστροφή.
Πλησιάστε την κοινωνία να δείτε την πραγματικότητα. Πλέον, όμως, ακόμη κι αν το θέλατε, δεν μπορείτε εύκολα να το κάνετε. Οι πολίτες σας καταδιώκουν όπου σταθείτε και όπου βρεθείτε· σας φυγαδεύουν οι φύλακές σας σηκωτούς, κυριολεκτικά. Η οργή του λαού ξεχειλίζει. Σκεφτείτε τι σημαίνει να κυβερνάτε έναν λαό που μόλις σας αντικρίζει, σας αποστρέφεται με θόρυβο, με γιουχαΐσματα, που το σώμα και η γλώσσα του γίνονται όργανα εκτόνωσης της πνιγηρής αδικίας, της απόγνωσης που δεν χωρά πια μέσα του. Όταν ένας λαός φτάνει να εκφράζεται με κραυγές, είναι γιατί δεν ακούσατε τις εκκλήσεις του. Και αυτή είναι η πιο κρίσιμη και επικίνδυνη στιγμή για μια κοινωνία: όταν οι πολίτες παύουν να ελπίζουν στην κυβέρνησή τους, η απογοήτευση γίνεται κοινή γλώσσα και η δυσπιστία ο μόνος δεσμός που απομένει ανάμεσά τους.
Πάνω σε αυτό το τεντωμένο σκοινί ισορροπεί και αυτός ο προϋπολογισμός. Υπόσχεται μείωση χρέους, αλλά βασίζεται σε πρωτογενή πλεονάσματα – δηλαδή σε επιπλέον λιτότητα. Μιλάει για καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, ενώ στηρίζεται στην υπεραπόδοση του ΦΠΑ, δηλαδή στα χρήματα που πληρώνουν οι μανάδες για το γάλα και το ψωμί των παιδιών τους. Μία φορολογική αιμορραγία μεταμφιεσμένη σε επιτυχία. Ένας προϋπολογισμός που πανηγυρίζει για τα νούμερα, ενώ η κοινωνία μετρά τις πληγές της. Μια οικονομία που εμφανίζεται νοικοκυρεμένη στα γραφήματα, με εξαντλημένα, όμως, τα νοικοκυριά της πατρίδας. Λόγια, αριθμοί και δείκτες που καταρρέουν μπροστά στην πιο απλή ερώτηση: «Πόσο βελτιώθηκε η ζωή των Ελλήνων;» Σας μεταφέρω εγώ την απάντηση, μια και δεν μπορείτε –όπως προείπα– να αντικρίσετε τους πολίτες για να σας τη δώσουν οι ίδιοι: η ζωή τους βυθίστηκε στα σκοτάδια, και, όπως φαίνεται και από το προσχέδιο του προϋπολογισμού, θα μάθουμε και άλλες αποχρώσεις του μαύρου.
Το ισοζύγιο των συναλλαγών απογοητευτικό: από το 1% του ΑΕΠ το 2019 εκτινάχθηκε στο 10% και εξακολουθεί να βρίσκεται σε επικίνδυνα επίπεδα. Πίσω από αυτόν τον αριθμό κρύβεται μια βαθιά διαρθρωτική αδυναμία. Η Ελλάδα εισάγει πολύ περισσότερα απ’ όσα παράγει. Εισάγει τρόφιμα, πρώτες ύλες, τεχνολογία. Και τι εξάγει; Δυστυχώς, εξάγει εργάτες – τα παιδιά της, το μέλλον της. Η παραγωγική βάση της χώρας έχει αποδιαρθρωθεί, η βιομηχανία συρρικνώνεται, η αγροτική παραγωγή μαραζώνει. Και χωρίς πραγματική παραγωγή, χωρίς στήριξη της εγχώριας δημιουργίας και της εργασίας, καμία οικονομία δεν μπορεί να σταθεί. Είναι νόμος αυτός. Αν δεν αναπτυχθεί η γεωργία και η κτηνοτροφία, θα είναι καθηλωμένο και το δημογραφικό πρόβλημα. Ο λαός γεννά παιδιά, όταν ζει και αναπνέει στην επαρχία, στην περιφέρεια κι εσείς καταστρέφετε με τις ενέργειές σας τον πρωτογενή τομέα.
Όλοι είναι απογοητευμένοι. Με επισκέφθηκαν στα Γρεβενά και στην Καστοριά αγρότες, κτηνοτρόφοι – πολλοί και ψηφοφόροι σας. Και όταν μιλάμε για αυτά που κάνετε, κοκκινίζουν και από οργή και από ντροπή για σας. Ξέρουμε όλοι πως όταν μια χώρα καταναλώνει ό,τι δεν παράγει, δεν μπορεί να έχει βιώσιμη ανάπτυξη. Πάνω σε αυτό το σκηνικό, εσείς μας μιλάτε για επενδύσεις και επιτυχίες, που όμως η πραγματικότητα σας διαψεύδει εκκωφαντικά. Το προσχέδιο προβλέπει εντυπωσιακή αύξηση κατά 10,2% για το 2026 — ποσοστό που μόνο σε σενάριο επιστημονικής φαντασίας θα ήταν ανεκτό και όχι σε επίσημες εξαγγελίες. Τα προηγούμενα χρόνια, οι ίδιες προβλέψεις αναθεωρήθηκαν διαρκώς προς τα κάτω. Από 8,7% που προβλέπατε για το 2025, πέσατε στο 5,7%, ενώ το 2024 ο ρυθμός αύξησης υποχώρησε στο 4,5%. Παρουσιάζετε ρυθμούς ανόδου εκεί όπου υπάρχει στασιμότητα, διακηρύσσετε επενδυτικά άλματα την ώρα που οι επιχειρήσεις κάνουν άλματα στο κενό, εγκλωβισμένες στο υψηλό ενεργειακό κόστος, στη γραφειοκρατία και στην απουσία σταθερού πλαισίου στήριξης.
Οι επενδύσεις που επικαλείστε δεν γεννιούνται από εσωτερική δυναμική· στηρίζονται σχεδόν αποκλειστικά στα προσωρινά κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης – ενός εργαλείου με ημερομηνία λήξης, που μαζί του θα λήξει και η ψευδαίσθηση της ανάπτυξης. Αντί για ένα συνεκτικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης, επιλέγετε –τι άλλο– την επικοινωνία: εξαγγελίες και νούμερα χωρίς περιεχόμενο. Οι επενδύσεις, αγαπητοί μου, δεν πολλαπλασιάζονται με δελτία Τύπου και συνεντεύξεις· απαιτούν συγκρότηση, σχέδιο, σταθερότητα. Μόνο που η κυβέρνησή σας καταστρώνει καλά οργανωμένα σχέδια μόνον όταν πρόκειται για απάτες και συγκαλύψεις εγκλημάτων.
Εκεί όντως αριστεύετε. Όπως είπε και η κυρία Κοβέσι, στα οικονομικά εγκλήματα φάνηκε –εισαγωγικά– «ένας πολύ συστηματικός και πολύ καλά οργανωμένος τρόπος».
Μίλησε, ερανιζόμενη από τους μύθους του Ηρακλή, τον χειρότερο και πιο δυσώδη: «να καθαρίσει η κόπρος του Αυγεία». Τι φράση ήταν αυτή μιλώντας για το ελληνικό κράτος; Σας τιμά αυτή η φράση; «Η κόπρος του Αυγεία στο ελληνικό κράτος». Ξέρετε, όμως, πώς καθάρισε η κόπρος του Αυγεία; Με χειμάρρους. Και ο χείμαρρος λέγεται λαός. Οψέποτε γίνουν οι εκλογές, αυτός ο χείμαρρος θα σας παρασύρει.
Αγαπητοί μου, δεν μπορούμε παρά να συγχαρούμε τον λαό για την υπομονή του. Αυτοί οι χείμαρροι, επαναλαμβάνω, είναι ο λαός, ο οποίος είναι εξοργισμένος και θα σας παρασύρει εκεί που ανήκετε: στην ιστορική ευθανασία.
Μας δώσατε μια ξεκάθαρη πρωτιά – μια πρωτιά ντροπής για όσους ακόμη αισθανόμαστε περήφανοι για τον τόπο μας. Διασυρόμαστε από σωρεία σκανδάλων και κινδυνεύουμε πάλι να παγιδευτούμε στο ίδιο στερεότυπο που μας φόρεσαν τον καιρό των μνημονίων: αυτό του «τεμπέλη και διεφθαρμένου Έλληνα». Μόνο που αυτή τη φορά δεν θα είναι στερεότυπο, αλλά το αποτέλεσμα μιας κυβέρνησης που δεν νιώθει ντροπή, μιας κυβέρνησης που θεμελιώνει τη διαφθορά, προστατεύει τους ενόχους, εξαναγκάζει σε απεργία πείνας γονείς που έχασαν τα παιδιά τους, επειδή ζητούν το αυτονόητο. Μια κυβέρνηση που καλύπτει αντί να ελέγχει, αποδομεί αντί να χτίζει.
Πολλά δεν μπορούμε να σας συγχωρέσουμε, και πολλά δεν θα ξεχάσουμε. Εκείνο, όμως, που θα σας συνοδεύει στην ιστορία είναι η ντροπή που μας κάνατε να νιώσουμε σε κάθε συνέντευξη της Ευρωπαίας Εισαγγελέως που μιλά για συστηματική διαφθορά, σε κάθε δημοσίευμα του ευρωπαϊκού Τύπου που μιλά για μια Ελλάδα όπου η Δικαιοσύνη υποτάσσεται στην εξουσία. Λες και ξεχάσαμε πως, από τον Αισχύλο κιόλας, «η Δίκη δεν υπακούει σ’ άρχοντες, αλλά στέκει πάνω από αυτούς». Εκείνος μας δίδαξε πως, όταν οι ισχυροί περιφρονούν το Δίκαιο, η Δίκη επιστρέφει πάντα – αργά, αλλά αμείλικτα. Δεν θα σας συγχωρέσουμε, λοιπόν, για τη ντροπή που νιώθουμε ξανακοιτώντας τις ρίζες μας. Γιατί η ζημιά που προκαλέσατε δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά βαθιά ηθική και πνευματική.
Και όμως, ακόμη και μέσα στα δικά σας σκοτάδια, υπάρχει ακόμη ζωή. Υπάρχουν άνθρωποι που παλεύουν: δάσκαλοι που κρατούν όρθια τα σχολεία, αγρότες που δουλεύουν με ακεραιότητα και τιμιότητα τη γη, γιατροί που σώζουν ζωές, νέοι που κάνουν οικογένεια, εργάτες που δουλεύουν σιωπηλά για να μη σβήσει η φλόγα αυτού του τόπου, στρατιωτικοί, αστυνομικοί, λιμενικοί, πυροσβέστες που επιτελούν με ακεραιότητα το χρέος τους προς την πατρίδα. Αγαπητοί μου, αδικείτε έναν ολόκληρο λαό και τον κάνετε να αισθάνεται ντροπή. Εσείς ακριβώς αυτά τα δύο δεν έχετε – τα υλικά με τα οποία φτιάχνονται οι πολιτείες: τη Δίκη και τη Ντροπή.
Θα κλείσω, κύριε Πρόεδρε, με έναν μύθο του Πλάτωνα από τον «Πρωταγόρα». Όταν φτιάχτηκε ο κόσμος, λέει ο Πλάτωνας, ο Δίας χάρισε στα ζώα διάφορα εξοπλιστικά εργαλεία για να μπορούν να επιβιώσουν· τους έδωσε φτερά, νύχια, ταχύτητα. Όμως άφησε τον άνθρωπο αβοήθητο. Πηγαίνει τότε ο Ερμής στον Δία και του λέει:
«Πρέπει να κάνουμε κάτι για τον άνθρωπο, δεν μπορεί να επιβιώσει». Και τότε, ο Δίας του απάντησε: «Θα τους δώσεις δύο πράγματα για να μπορέσουν να φτιάξουν πολιτείες: την αἰδῶ και τη δίκην — τη ντροπή και τη δικαιοσύνη». Και προσθέτει ο φιλόσοφος: «Καὶ νόμον θὲς παρ’ ἐμοῦ τὸν μὴ δυνάμενον αἰδοῦς καὶ δίκης μετέχειν κτείνειν ὡς νόσον τῆς πόλεως» — δηλαδή, ο πολίτης που δεν μπορεί να συμμετέχει στη ντροπή και στη δικαιοσύνη, να σβήνεται, να αποβάλλεται ως αρρώστια της πολιτείας.
Η αδικία σας και η αδιαντροπιά σας έφτασαν πλέον στην κορυφή. Μια πολιτεία άδικη και αδιάντροπη δεν αξίζει σε έναν περήφανο λαό, όπως είναι ο ελληνικός λαός.
Ευχαριστώ πολύ.