Εκατοντάδες χιλιάδες αυτοαπασχολούμενοι θα κληθούν να καταβάλουν το 2026, για τα εισοδήματα του 2025 σημαντικά αυξημένους φόρους εισοδήματος, λόγω της αύξησης του κατώτατου μισθού του ιδιωτικού τομέα από τα 830 στα 880 ευρώ από την 1η Απριλίου του τρέχοντος έτους. Ο λόγος είναι ότι ο εκάστοτε κατώτατος μισθός λαμβάνεται πλέον υπόψη ως βάση υπολογισμού των ελαχίστων τεκμαρτών ποσών φορολογητέου εισοδήματος που οφείλουν να εμφανίζουν στην Εφορία για κάθε φορολογικό έτος οι φορολογούμενοι με ατομικές επιχειρήσεις, σύμφωνα με το σύστημα των αντικειμενικών κριτηρίων φορολόγησης που νομοθέτησε η κυβέρνηση, με τον ν. 5073/2023.
Οι φορολογούμενοι που θα επιβαρυνθούν ξανά το 2026, για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, με επιπλέον φόρους εισοδήματος θα είναι κυρίως εμποροβιοτέχνες, επιτηδευματίες και ελευθέροι επαγγελματίες που ασκούν ατομικά τις δραστηριότητές τους για 6 ή περισσότερα έτη και δηλώνουν πάντοτε καθαρά φορολογητέα εισοδήματα χαμηλότερα αυτών που προκύπτουν με βάση τα αντικειμενικά κριτήρια του νόμου 5073/2023, οπότε αναγκαστικά φορολογούνται κάθε χρόνο όχι με βάση τα δηλωθέντα εισοδήματά τους, αλλά με βάση τα πολύ πιο υψηλά τεκμαρτά φορολογητέα εισοδήματα που προκύπτουν από τα αντικειμενικά κριτήρια.
Ειδικότερα και σύμφωνα με το ν. 5073/2023 για τα αντικειμενικά κριτήρια φορολόγησης των ατομικών επιχειρήσεων ενδεικτικά σημειώνουμε τα εξής:
1) Το ύψος του ελαχίστου τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος για κάθε αυτοαπασχολούμενο που έχει συμπληρώσει 6 έτη άσκησης του επαγγέλματός του και δεν έχει κανέναν υπάλληλο εργαζόμενο στην ατομική επιχείρησή του είναι ίσο με τον εκάστοτε ισχύοντα ετήσιο μικτό κατώτατο μισθό του ιδιωτικού τομέα.
Για τα εισοδήματα του φορολογικού έτους 2024, το ύψος του ελαχίστου τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος της παραπάνω περίπτωσης ανέρχεται σε 11.620 ευρώ (830 ευρώ Χ 14 μήνες καταβολής του μισθού μέσα στο έτος 2024). Το ποσό αυτό αποτελεί τη βάση υπολογισμού των ελαχίστων τεκμαρτών φορολογητέων εισοδημάτων του φορολογικού ετους 2024 και για τους υπόλοιπους αυτοαπασχολούμενους.
Για τα εισοδήματα του φορολογικού έτους 2025, για τα οποία οι φόροι θα εκκαθαριστούν και θα πρέπει να καταβληθούν το 2026, το ύψος του ελαχίστου τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος της παραπάνω περίπτωσης θα αυξηθεί στα 12.320 ευρώ (880 ευρώ Χ 14 μήνες καταβολής του μισθού μέσα στο έτος 2025).
2) Για κάθε αυτοαπασχολούμενο φορολογούμενο που λειτουργεί την ατομική του επιχείρηση περισσότερα από 6 έτη, το ελάχιστο τεκμαρτό φορολογητέο εισόδημα που αντιστοιχεί σε επιχείρηση με 6 έτη λειτουργίας χωρίς κανέναν εργαζόμενο προσαυξάνεται κατά 10% για κάθε επιπλέον τριετία λειτουργίας.
3) Σε περίπτωση που ο αυτοαπασχολούμενος έχει και υπαλλήλους:
α) Το εκάστοτε ισχύον ποσό ελαχίστου ετησίου φορολογητέου εισοδήματος, όπως έχει προσδιοριστεί προσαυξάνεται περαιτέρω με 2 τρόπους, σωρευτικά:
* κατά το 10% του ετήσιου κόστους μισθοδοσίας του προσωπικού (στο οποίο περιλαμβάνονται μισθοί, εργοδοτικές εισφορές, παροχές σε είδος) της επιχείρησης, με ανώτατο όριο προσαύξησης τις 15.000 ευρώ.
* κατά το 5% της τυχόν επιπλέον διαφοράς του ετήσιου κύκλου εργασιών της επιχείρησης από τον μέσο όρο ετήσιου κύκλου εργασιών όλων των επιχειρήσεων που ασκούν την ίδια δραστηριότητα βάσει Κωδικού Αριθμού Δραστηριότητας.
β) Το προσδιορισθέν με βάση τα παραπάνω προσαυξήσεις ποσό τεκμαρτού εισοδήματος συγκρίνεται με τον μέγιστο καταβαλλόμενο ετήσιο μισθό σε εργαζόμενο της επιχείρησης. Το μεγαλύτερο μεταξύ των δύο συγκρινόμενων ποσών λαμβάνεται υπόψη ως το τελικό ποσό του ελαχίστου ετησίου τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος της επιχείρησης.
Ουσιαστικά, από τα παραπάνω προκύπτει ότι λόγω της αύξησης του κατώτατου μισθού από τα 830 στα 880 ευρώ, αυξάνονται για το 2025 όλα τα ελάχιστα ποσά τεκμαρτού φορολογητέου εισοδήματος για όλες τις ατομικές επιχειρήσεις που λειτουργούν πάνω από 3 έτη.
Ως εκ τούτου, όσοι αυτοαπασχολούμενοι θα δηλώσουν τόσο φέτος (για το 2024) όσο και του χρόνου (για το 2025) εισοδήματα χαμηλότερα των τεκμαρτών που προκύπτουν με βάση τον ν. 5073/2023 θα αναγκαστούν να καταβάλλουν όχι μόνο φέτος αλλά και το 2026 αυξημένους φόρους εισοδήματος. Επιπλέον, όσοι από τους φορολογούμενους αυτούς λειτουργούν τις επιχειρήσεις τους πάνω από 6 έτη και τύχει φέτος να αλλάξουν τριετία ετών λειτουργίας θα υποχρεωθούν το 2026 (για το 2025) να εμφανίζουν ακόμη πιο αυξημένα ποσά τεκμαρτών φορολογητέων εισοδημάτων και να πληρώσουν ακόμη μεγαλύτερα ποσά φόρων εισοδήματος, καθώς θα έχει αυξηθεί όχι μόνο η βάση υπολογισμού (ο ετήσιος κατώτατος μισθός) αλλά και το ποσοστό προσαύξησης λόγω ετών λειτουργίας.
Η «ΝΙΚΗ» καλεί για μια ακόμη φορά την κυβέρνηση να καταργήσει αυτό το άδικο και ισοπεδωτικό σύστημα των αντικειμενικών κριτηρίων φορολόγησης του ν. 5073/2023 και να το αντικαταστήσει με ένα άλλο πιο δίκαιο σύστημα φορολόγησης το οποίο θα λαμβάνει υπόψη το πραγματικό επίπεδο διαβίωσης των αυτοαπασχολουμένων προκειμένου να διαπιστώνεται εν τέλει εάν τα εισοδήματα που δηλώνουν οι φορολογούμενοι αυτοί, μαζί με τυχόν αποταμιεύσεις τους και άλλα έσοδά τους από πωλήσεις περιουσιακών στοιχείων, ενοίκια ή άλλες νόμιμες δραστηριότητες, είναι σε αντιστοιχία με τις ετήσιες δαπάνες τους.
Η «ΝΙΚΗ» στέκεται δίπλα στους μικρομεσαίους επιχειρηματίες και τους αυτοαπασχολούμενους οι οποίοι τελούν υπό διωγμό από την κυβέρνηση της ΝΔ με τα άδικα αντικειμενικά κριτήρια, το κόστος υψηλής ενέργειας, τον αθέμιτο ανταγωνισμό από τις πολυεθνικές επιχειρήσεις οι οποίες δεν υπάγονται σε κανένα αντικειμενικό κριτήριο φορολόγησης, την μη χρηματοδότηση τους από τις τράπεζες, τα υψηλά μισθώματα, την ανεξέλεγκτη μαύρη οικονομία που λειτουργεί εις βάρος τους και την δυσκίνητη γραφειοκρατία του κράτους η οποία τορπιλίζει την ανταγωνιστικότητά τους.
Σημειώνουμε ότι είναι εξόφθαλμα αντιφατικό, η κυβέρνηση από την μία πλευρά να υποστηρίζει ότι η σύγχρονη ψηφιακή τεχνολογία παρέχει στις φορολογικές αρχές δυνατότητες και μέσα καταγραφής και αυτόματου ελέγχου εισοδημάτων, καταθέσεων και δαπανών κι από την άλλη η ίδια κυβέρνηση να παραδέχεται, ουσιαστικά, ότι αυτά τα ψηφιακά μέσα εντοπισμού της φοροδιαφυγής είναι ανεπαρκή, εφαρμόζοντας διατάξεις τεκμηρίων-αντικειμενικών κριτηρίων φορολόγησης σαν κι αυτά που είχαν θεσπιστεί, πριν από 30 και πλέον χρόνια, το 1994 επί κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ!”