Πριν από μερικές εβδομάδες δόθηκε στη δημοσιότητα η Έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, που παρουσιάζει την πορεία οικονομικών μεγεθών που προκύπτουν από στοιχεία και δεδομένα μέχρι και τον Μάρτιο του 2025.
Η διεύρυνση του ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας προφανώς αποτελεί μια μόνιμη πληγή που δείχνει να μεγεθύνεται. Το έλλειμμα διαμορφώθηκε στα 34,6 δις ευρώ το 2024 έναντι 32 δις ευρώ το 2023, η διαφορά των 2,6 δις ευρώ ισοδυναμεί με περίπου 1% του ΑΕΠ, ποσό που επηρεάζει αρνητικά το ΑΕΠ της χώρας και ροκανίζει το όφελος από την αύξηση των τουριστικών εσόδων.
Μετά τις τελευταίες εξελίξεις στις ΗΠΑ και την ανακοίνωση του Αμερικανού προέδρου για την επιβολή δασμών 25% στις εισαγωγές αλουμινίου και χάλυβα και 20% για τα υπόλοιπα αγαθά, τα βλέμματα στρέφονται αναγκαστικά και στο διμερές εμπόριο της Ελλάδας με τις Ηνωμένες Πολιτείες σε μια προσπάθεια να καταγραφούν επιπτώσεις. Μπορεί να δόθηκε μια παράταση 90 ημερών στην επιβολή δασμών, αλλά θεωρούμε δύσκολό η ΕΕ να έρθει σε εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ, δεδομένης της έλλειψης ηγεσίας και αντίληψης της νέας πραγματικότητας εκ μέρους της ΕΕ που επικρατεί στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Οι εξαγωγές της Ελλάδας στις ΗΠΑ αν και έχουν σημειώσει σημαντική άνοδο αποτελούν το 4,9% του συνόλου των ελληνικών εξαγωγών, άρα θεωρητικά θα επηρεαστεί μικρός αριθμός επιχειρήσεων με την επιβολή δασμών.
Το 2024, ο όγκος διμερούς εμπορίου ανήλθε σε 4,57 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 26,3% σε σύγκριση με το 2023. Κατά το έτος αυτό, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, οι εξαγωγές της χώρα μας προς τις ΗΠΑ ανήλθαν σε 2,41 δισ. ευρώ έναντι 2,12 δισ. ευρώ το 2023, σημειώνοντας αύξηση 13,9%.
Αντίστοιχα, οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ ανήλθαν στα 2,16 δισ. ευρώ, από 1,50 δισ. ευρώ το 2023, δηλαδή αύξηση 43,8%. Με τα συγκεκριμένα μεγέθη διμερούς εμπορίου, οι ΗΠΑ ήταν ο πέμπτος σημαντικότερος προορισμός για τις ελληνικές εξαγωγές και ο 13ος σημαντικότερος προμηθευτής της Ελλάδας το 2024.
Τα κορυφαία εξαγόμενα προϊόντα της βιομηχανίας μας προς τις ΗΠΑ είναι: Προϊόντα διύλισης πετρελαίου, επεξεργασμένα φρούτα και λαχανικά, Αλουμίνιο, Τσιμέντο, Έλαια και Γαλακτοκομικά προϊόντα.
Βασικό εισαγόμενο προϊόν από τις ΗΠΑ αναδείχθηκε το φυσικό αέριο, με μέση αξία 1,17 δισ. ευρώ την περίοδο 2022-2024.
Σύμφωνα με τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Γιάννη Στουρνάρα, οι δασμοί των ΗΠΑ αναμένεται να επηρεάσουν αρνητικά την ανάπτυξη της ευρωζώνης κατά 0,3 με 0,4% του ΑΕΠ, ενώ οι ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ εκτιμάται ότι θα μειωθούν κατά περίπου 15%. Έτσι, ελληνικά προϊόντα που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή άλλων προϊόντων σε χώρες της ΕΕ ενδέχεται επίσης να πληγούν.
Αν λάβουμε υπόψη όλα τα παραπάνω, είναι προφανές ότι αρνητική επίδραση θα υπάρξει και για την οικονομία μας, όχι τόσο άμεσα μέσω των εξαγωγών μας στις ΗΠΑ, αλλά λόγω της επιβράδυνσης των μεγάλων οικονομιών της ευρωζώνης, κυρίως της Γερμανίας και της Γαλλίας.
Μετά από όλα τα παραπάνω, τίθεται το ερώτημα τι θα πρέπει να κάνει η χώρα μας.
Το “πάγωμα” για 90 ημέρες των αμοιβαίων δασμών του ανακοίνωσε ο Αμερικανός πρόεδρος, Donald Trump θα λήξει αρχές Ιουλίου, ενώ δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα κάποια συμφωνία μεταξύ ΕΕ – ΗΠΑ. Είναι πιθανό η ΕΕ παγιδευμένη στην αντιπάθειά της στον πρόεδρο Τραμπ και μη αποδεχόμενη ακόμα την νέα πραγματικότητα στο διεθνές εμπόριο να μην καταφέρει να διαπραγματευτεί μια συμφωνία με τις ΗΠΑ.
Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει η χώρα μας να προσπαθήσει να πετύχει μια διμερή εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ για την αποφυγή των μεταξύ μας δασμών. Δεδομένου ότι η χώρα μας εξάγει αρκετά αγαθά του πρωτογενούς τομέα, μια τέτοια συμφωνία θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των εξαγωγών μας στις ΗΠΑ, κυρίως σε τυποποιημένα φρούτα και λαχανικά, Έλαια και Γαλακτοκομικά προϊόντα. Μια τέτοια εξέλιξη θα μπορούσε να ανατάξει τους Γεωργικούς Συνεταιρισμούς και να τους μετατρέψει σε εξαγωγικές επιχειρήσεις με προσανατολισμό την τεράστια αγορά των 350 εκατ. αμερικανών καταναλωτών.
Η χώρα μας έχει δύο πλεονεκτήματα για την σύναψη μιας διμερούς εμπορικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ. Το πρώτο πλεονέκτημα είναι ότι η χώρα μας διαθέτει ορισμένες σπάνιες γαίες και κρίσιμα μέταλλα, τα οποία είναι απαραίτητα για την αμερικάνικη οικονομία, ενώ η νέα κυβέρνηση Τραμπ δίνει τεράστια σημασία στον έλεγχο και την εκμετάλλευσή τους από αμερικανικές εταιρίες.
Το δεύτερο πλεονέκτημα είναι ότι η νέα στρατηγική των ΗΠΑ για ανάπτυξη υδρογονανθράκων σε κάθε γωνιά του πλανήτη, είναι αυτή που πυροδοτεί και το ενδιαφέρον των δύο αμερικανικών ενεργειακών κολοσσών, Exxon Mobil και Chevron, για έρευνες στη χώρα.
Αν συνδυαστούν τα δύο παραπάνω πλεονεκτήματα, η χώρα μας μπορεί να πετύχει ακόμα περισσότερα από μια διμερή εμπορική συμφωνία με τις ΗΠΑ. Για παράδειγμα κοινές επενδύσεις στην εξόρυξη και την επεξεργασία σπάνιων γαιών και κρίσιμων μέταλλων, στην εξόρυξη και την επεξεργασία φυσικού αερίου και πετρελαίου, καθώς και την συνεργασία με την εγχώρια αμυντική βιομηχανία και την συμπαραγωγή κρίσιμων εξοπλισμών, όπως αεροσκαφών F-35, φρεγατών και βαλλιστικών πυραύλων.