Σε λίγες μέρες η Κυβέρνηση προχωρά στην κύρωση ενός Μνημονίου Κατανόησης με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης (ΔΟΜ), που προβλέπει τη δημιουργία ενός Κέντρου Διαχείρισης Εφοδιαστικής Αλυσίδας του ΔΟΜ στην Ελλάδα και ειδικότερα στην Θεσσαλονίκη. Πρόκειται για μία απόφαση που δεν είναι ουδέτερη, ούτε τυπική· αγγίζει τον πυρήνα του μεγαλύτερου ίσως ζητήματος που αντιμετωπίζει η χώρα μας εδώ και δεκαετίες: το πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης.
Η Ελλάδα, ως εξωτερικό σύνορο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δέχεται δυσανάλογες πιέσεις. Τα νησιά του Αιγαίου, ο Έβρος, οι μεγάλες πόλεις έχουν μετατραπεί σε χώρους υποδοχής συνεχών ροών, πολλές φορές πέραν των δυνατοτήτων μας. Οι τοπικές κοινωνίες αισθάνονται αδικημένες, εγκαταλελειμμένες και συχνά ανήμπορες να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες: κοινωνικές εντάσεις, αύξηση παραβατικότητας, πολιτισμικές συγκρούσεις, πίεση σε υποδομές υγείας, εκπαίδευσης και πρόνοιας.
Η χώρα μας δυστυχώς έχει αποδεχτεί την μοίρα της, δεμένη χειροπόδαρα από διεθνείς δεσμεύσεις, δεν έχει το δικαίωμα να αποτρέψει πλόες ούτε να προβεί σε απελάσεις. Μέσα σ’ όλα αυτά και με περισσή ανευθυνότητα, τα αριστερά κόμματα εμμένουν σε πολιτικές ανοικτών θυρών, αδιαφορώντας για τα σοβαρά κοινωνικά προβλήματα και την πληθυσμιακή αλλοίωση που δημιουργεί η λαθρομετανάστευση στη χώρα μας.
Η Σύμβαση της Γενεύης του 1951, ένα θεσμικό κατάλοιπο του μεταπολεμικού ανθρωπισμού δεσμεύει τη χώρα, ακόμη κι αν η ίδια η πραγματικότητα την έχει ξεπεράσει κατά δεκαετίες. Όμως τα κράτη που δεν μπορούν να ελέγξουν ποιος μπαίνει στο έδαφός τους, απλώς παύουν να είναι κράτη.
Αν δεν υπάρξει αναθεώρηση της Σύμβασης της Γενεύης του 1951, με διαχωρισμό μεταξύ πραγματικών διωκόμενων και των οργανωμένων μετακινούμενων πληθυσμών από δουλεμπόρους, η επόμενη φάση δεν θα αφορά νομικά κείμενα. Θα αφορά εσωτερική αστάθεια, κοινωνική σύγκρουση και δημοκρατικό εκφυλισμό σε όλη την ΕΕ.
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, τίθεται το ερώτημα: βοηθάει ή επιβαρύνει ένα τέτοιο Κέντρο του Διεθνούς Οργανισμού Μετανάστευσης;
Το Κίνημά μας εντοπίζει αρκετά προβλήματα και ανησυχίες που δεν μπορούμε να παραβλέψουμε:
- Με τη δημιουργία ενός Κέντρου εφοδιαστικής του ΔΟΜ στην Ελλάδα, στέλνουμε το μήνυμα ότι η χώρα είναι η φυσική πύλη, η μόνιμη βάση διαχείρισης μεταναστευτικών ροών. Αυτό μπορεί να ενθαρρύνει νέα κύματα παράτυπων μεταναστών που θα θεωρήσουν ότι εδώ υπάρχει πάντα χώρος και αρκετή υποστήριξη.
- Όταν εγκαθίσταται ένας διεθνής οργανισμός με τόσο ευρείες αρμοδιότητες σε ελληνικό έδαφος, τίθεται το ζήτημα του ποιος τελικά έχει τον πρώτο λόγο: το ελληνικό κράτος ή ένας διεθνής φορέας που λειτουργεί με δικά του πρωτόκολλα και προτεραιότητες; Από την φύση του ο Διεθνής Οργανισμός Μετανάστευσης διευκολύνει την λαθρομετανάστευση, αφού δεν κάνει καμιά διάκριση σε πρόσφυγες και λαθρομετανάστες, προσφέροντας βοήθεια σε όλους ανεξαιρέτως, ακόμα και σε ανθρώπους που μετακινούνται από παράνομα κυκλώματα διακίνησης.
- Θεωρούμε βέβαιη και μόνιμη την επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού με δαπάνες εγκατάστασης και λειτουργίας του Κέντρου εφοδιαστικής. Ήδη στο άρθρο 2, προβλέπεται η επιχορήγηση από το Ελληνικό Δημόσιο της Ελληνικής Εταιρείας Συμμετοχών και Περιουσίας Α.Ε. με το ποσό των επτά εκατομμυρίων ευρώ, άπαξ, για τη χρηματοδότηση της διαμόρφωσης ειδικού χώρου λειτουργίας του ιδρυόμενου Κέντρου. Πέραν αυτού, προβλέπονται ενδεχόμενες δαπάνες από την ανάληψη του κόστους αποκατάστασης ζημιών, καθώς και την καταβολή αποζημίωσης έναντι αξιώσεων, που απορρέουν ή σχετίζονται με τυχόν αθέτηση του κυρούμενου Μνημονίου, την αμέλεια ή την εσκεμμένη παράλειψη, εκ μέρους παραγόντων της χώρας μας. Αντιθέτως, δεν υπάρχει καμιά πρόβλεψη για ενδεχόμενες δαπάνες που θα πρέπει να καλυφθούν από τον ΔΟΜ προς το Ελληνικό Δημόσιο, σε περίπτωση που από υπαιτιότητα του προκληθούν ζημιές σε ακίνητα ή αθετήσει όρους της Συμφωνίας. Θα έπρεπε να υπάρξει δέσμευση ότι το κόστος που θα αναλάβει η χώρα μας να ανακτηθεί στο σύνολό του από τον ΔΟΜ.
- Οι πολίτες έχουν κουραστεί να ακούν υποσχέσεις και “καλές προθέσεις”. Βλέπουν τα κέντρα φιλοξενίας να διογκώνονται, τις γειτονιές τους να αλλάζουν, και αισθάνονται ότι το κράτος αποφασίζει ερήμην τους.
Από την άλλη πλευρά, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι το Κέντρο θα μπορούσε, θεωρητικά, να προσφέρει καλύτερο συντονισμό και πιο γρήγορη παροχή ανθρωπιστικής βοήθειας, ειδικά σε περιπτώσεις κρίσεων. Επίσης θα μπορούσε να δημιουργήσει θέσεις εργασίας στον τομέα της εφοδιαστικής αλυσίδας και να προσφέρει τεχνογνωσία. Το βασικότερο όμως είναι να επιδιώξουμε το Κέντρο εφοδιαστικής να διασυνδεθεί με ουσιαστικό τρόπο με την πρωτογενή μας παραγωγή και να εφοδιάζεται όσον το δυνατό με περισσότερα προϊόντα Ελληνικής προέλευσης.
Ωστόσο τα παραπάνω θεωρητικά θετικά σημεία, δεν πιστεύουμε ότι η κυβέρνηση θα τα εκμεταλλευτεί, διότι έχει μάθει να τα δίνει όλα χωρίς να λαμβάνει ουσιαστικά ανταλλάγματα.
Η Ελλάδα δεν χρειάζεται ένα “κέντρο” διεθνών οργανισμών που θα έρχονται να διαχειρίζονται το πρόβλημα της παράνομης μετανάστευσης λες και είναι μια τεχνική δυσλειτουργία. Η Ελλάδα χρειάζεται πραγματική προστασία των συνόρων της, ισχυρή στήριξη από την Ευρωπαϊκή Ένωση, δίκαιη κατανομή των βαρών μεταξύ των κρατών – μελών και πολιτικές που θα αποθαρρύνουν τις παράτυπες ροές αντί να τις νομιμοποιούν εκ των υστέρων.
Το Μνημόνιο αυτό, αντί να δίνει λύση στο πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης, ενδέχεται να το παγιώσει και να το ενισχύσει. Εμείς οφείλουμε να σταθούμε με υπευθυνότητα απέναντι στον ελληνικό λαό και να πούμε την αλήθεια: ότι χωρίς πραγματική στρατηγική για την αποτροπή των ροών, κανένα Κέντρο, καμία εφοδιαστική αλυσίδα και κανένα Μνημόνιο δεν θα μας βγάλει από το αδιέξοδο.
Του Ανδρέα Βορύλλα, Βουλευτή Β2 Δυτικού τομέα Αθηνών με το Κίνημα ΝΙΚΗ