Η κυβέρνηση καλεί τους Έλληνες της Διασποράς να επιστρέψουν. Μιλά για «κίνητρα», για «προγράμματα επαναπατρισμού», για «στήριξη της Ομογένειας». Στην πράξη, όμως, όποια οικογένεια τολμήσει να επιστρέψει, έρχεται αντιμέτωπη με το σκληρό πρόσωπο του κράτους:
Σχολεία χωρίς την κατάλληλη υποδομή για την υποδοχή επαναπατρισμένων, παιδιά που μεγάλωσαν σε δίγλωσσο περιβάλλον με ισχυρές επιρροές της ξένης γλώσσας προσπαθούν να ενταχθούν στο ελληνικό σχολείο και στην ελληνική κουλτούρα, χωρίς την απαιτούμενη στήριξη από την Πολιτεία. Το πρώτο μέλημα κάθε οικογένειας είναι τα παιδιά της — κι εκεί η Πολιτεία αποτυγχάνει παταγωδώς.
Παρά τις εξαγγελίες, το θεσμικό πλαίσιο της διαπολιτισμικής εκπαίδευσης (ν. 2413/1996) παραμένει κενό γράμμα για τα παιδιά των οικογενειών που επιστρέφουν. Στη χώρα λειτουργούν λιγότερα από 30 διαπολιτισμικά σχολεία, άνισα κατανεμημένα και χωρίς καμία εξειδίκευση για μαθητές ελληνικής καταγωγής. Οι Τάξεις Υποδοχής ΖΕΠ, που έχουν θεσπιστεί κυρίως για αλλοδαπούς μαθητές, είτε υπολειτουργούν είτε δεν λειτουργούν καθόλου, λόγω έλλειψης προσωπικού και πόρων.
Έτσι, τα παιδιά των επαναπατρισθέντων εντάσσονται απροστάτευτα στο ελληνικό σχολείο, χωρίς στοχευμένη γλωσσική ή ψυχοκοινωνική υποστήριξη — με αποτέλεσμα σοβαρές μαθησιακές και κοινωνικές δυσκολίες. Ιδίως σε μικρότερες πόλεις και νησιά, δεν υπάρχει καμία απολύτως δομή υποδοχής.
Την ίδια ώρα, η Πολιτεία περιορίζεται σε ψηφιακά «κίνητρα επαναπατρισμού» μέσω της ΑΑΔΕ και του άρθρου 5Γ του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, αδιαφορώντας πλήρως για την ουσία: την εκπαίδευση και την ομαλή επανένταξη των παιδιών. Πρόκειται για κραυγαλέα αντίφαση και πολιτική αδιαφορία που εκθέτει τη χώρα απέναντι στους Έλληνες της Διασποράς.
Η ΝΙΚΗ καταγγέλλει αυτή την υποκρισία. Δεν μπορεί η Ελλάδα να ζητά από τα παιδιά της να επιστρέψουν και να τα πετά στο κενό. Δεν μπορεί να μιλά για στήριξη της Διασποράς, ενώ οι ουρές στα προξενεία της Αυστραλίας ή των ΗΠΑ φτάνουν μέχρι και τον έναν χρόνο για ένα ραντεβού. Δεν μπορεί να θυμάται τους απόδημους μόνο για ψήφους ή δωρεές.
Η λύση υπάρχει και είναι στρατηγική: το Πρόγραμμα Περιφερειακής Αναγέννησης.
Γενναία κίνητρα για επιστροφή σε νησιά, στη Θράκη, στη Δυτική Μακεδονία και σε περιοχές με σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα που έχουν εγκαταλειφθεί. Απαλλαγή από τον φόρο εισοδήματος για τα πρώτα 5–7 χρόνια, επιδότηση στέγασης, ειδικά σχολικά τμήματα, γλωσσική και ψυχοκοινωνική υποστήριξη για τα παιδιά. Υποδομές που αγκαλιάζουν — όχι που αποκλείουν: νοσοκομεία, δρόμοι, κρίσιμα κατασκευαστικά και περιβαλλοντικά έργα.
Αυτή είναι η κρατική μέριμνα. Όχι τα λόγια. Έτσι θα ξανακάνουμε την Ελλάδα μεγάλη — όχι με ευχολόγια. Ο επαναπατρισμός πρέπει να γίνεται ως εθνική επένδυση, όχι ως προεκλογικό τρικ.
Οι Έλληνες της Διασποράς δεν είναι απλώς πολίτες ή φορολογούμενοι. Είναι το μέλλον της χώρας, κινητήριος μοχλός ανάπτυξης και ασπίδα για τις κρίσιμες περιοχές της πατρίδας. Αξίζουν σεβασμό, στήριξη και μια χώρα που να τα αγκαλιάζει — όχι να τα εγκαταλείπει.