Με το ν. 4649/2019 η κυβέρνηση προχώρησε στην παροχή εγγυήσεων σε τιτλοποιήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων (κόκκινα δάνεια) που έχουν χορηγηθεί από τις συστημικές τράπεζες στο πλαίσιο του προγράμματος Ηρακλής Ι & ΙΙ. Το 2023 το πρόγραμμα Ηρακλής Ι & ΙΙ επεκτάθηκε με το Ηρακλής ΙΙΙ.
Στην πράξη οι συστημικές τράπεζες σε συνεργασία με την κυβέρνηση και την έγκριση της Τράπεζας της Ελλάδας μετέφεραν τα κόκκινα δάνεια τους στα κερδοσκοπικά funds του εξωτερικού και αυτά ανέθεσαν την είσπραξη των απαιτήσεων στους servicers.
Ο τρόπος αυτός επίλυσης του προβλήματος των κόκκινων δανείων με την μεταβίβασή τους στα funds υπήρξε κερδοσκοπικός μεν για τις συστημικές τράπεζες, τα funds και τους servicers αλλά καταστροφικός για τους δανειολήπτες. Στην πράξη η παροχή εγγυήσεων του Δημοσίου στα funds υπάρχει ως κίνητρο για να εκπλειστηριάζουν ακίνητα με συνοπτικές διαδικασίες αλλιώς το κράτος θα πρέπει να καταβάλλει την εγγύηση. Ιδιαίτερα καταστροφικός υπάρχει για τους δανειολήπτες στεγαστικών δανείων και ειδικότερα αυτών πρώτης κατοικίας.
Το σύνολο των κόκκινων δανείων τα οποία είναι υπό διαχείριση από τους servicers ανήλθαν τον Μάρτιο του 2025 σε 78,2 δις ευρώ με τα στεγαστικά δάνεια να αφορούν τα 24,4 δις ευρώ εξ’ αυτών.
Πρόκειται για την μεγαλύτερη αναδιανομή περιουσίας από Έλληνες ιδιώτες δανειολήπτες σε funds και επενδυτικούς ομίλους σε τιμές συντριπτικά χαμηλότερες από τις πραγματικές με την πλήρη νομοθετική κάλυψη των μνημονιακών κυβερνήσεων. Ιδιωτική περιουσία νοικοκυριών και επιχειρήσεων άνω των 90 δις ευρώ μεταβιβάστηκε στις τράπεζες και τα funds.
Η ΝΙΚΗ έχει εγκαλέσει την κυβέρνηση με σειρά ερωτήσεων και αίτηση κατάθεσης εγγράφων για την τιτλοποίηση των κόκκινων δανείων, την παροχή στοιχείων, την έλλειψη διαφάνειας κλπ. Οι περισσότερες ερωτήσεις μένουν αναπάντητες από τον Μάρτιο του 2025 (βλέπε σχετικά Ερώτηση 3910, Ερώτηση 3911, Ερώτηση 3912).
Σε πρόσφατη ερώτηση κοινοβουλευτικού ελέγχου της ΝΙΚΗΣ προς το Υπ. Εθνικής Οικονομίας & Οικονομικών αποκαλύφθηκε ότι η Attica Bank πούλησε κόκκινα δάνεια λογιστικής αξίας € 2.355.373.274 (2,3 δις ευρώ) έναντι € 45.502.850 (45,5 εκατ. ευρώ) δηλαδή στο 1,93% της λογιστικής τους αξίας.
Για ακόμη μια φορά αποδεικνύεται ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη αρνήθηκε να ακολουθήσει τον εφικτό δρόμο αγοράς των κόκκινων δανείων από το Δημόσιο (μέσω ενός δημοσίου οργανισμού), να αναδιαρθρώσει το χρέος των οφειλετών παραγράφοντας extra χρεώσεις, πανωτόκια, προμήθειες κλπ και να δώσει την ευκαιρία τους Έλληνες πολίτες, τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις να διατηρήσουν την ακίνητη περιουσία τους για την οποία μόχθησαν και κατέβαλαν έως τώρα μεγάλο μέρος της ονομαστικής αξίας του δανείου.