Η ηθική παρακμή της πολιτικής ζωής του τόπου σαφέστατα δεν είναι κάτι καινούργιο. Τις τελευταίες δεκαετίες σωρεία σκανδάλων ξεκινούν και τελειώνουν στις κυβερνήσεις, στους υπουργούς τους και στου βουλευτές τις εκάστοτε πλειοψηφίας, οι οποίοι ανέχονται αυτή την εικόνα. Πότε όμως σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα δεν μπορώ να θυμηθώ μια ανάλογη κατάσταση όπως αυτή που επικρατεί τους τελευταίους μήνες στο ελληνικό κοινοβούλιο. Μετά την προανακριτική για τα Τέμπη και όλη αυτή την διαδικασία έρευνας στις Επιτροπές της Βουλής, έρχεται τώρα το μέγα σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ.
Δύο πρώην Υπουργοί Αγροτικής Ανάπτυξης της παρούσας κυβέρνησης ερευνώνται για δύο κακουργήματα. «Στα πλαίσια της άνω προανακριτικής εξέτασης προέκυψαν στοιχεία τα οποία σχετίζονται με τους πρώην υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Μάκη Βορίδη και Λευτέρη Αυγενάκη για τα αδικήματα της συνέργειας σε απιστία σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της ευρωπαϊκής ένωσης από την οποία προκλήθηκε ζημιά άνω των 120.000 ευρώ και της ηθικής αυτουργίας σε απιστία σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τα οποία προκλήθηκε ζημιά άνω των 120.000 ευρώ», αυτό διαβάσαμε στο διαβιβαστικό έγγραφο της δικογραφίας χιλιάδων σελίδων που έφθασε αυτές τις μέρες στη Βουλή για τον ΟΠΕΚΕΠΕ.
Είναι τέτοια η διαφθορά στο πολιτικό μας σύστημα που εμείς οι Βουλευτές πλέον ασχολούμαστε κυρίως με την προανακριτική διαδικασία που αφορά τη μία ή την άλλη υπόθεση που φθάνει στη Βουλή προς διερεύνηση και το νομοθετικό έργο, το οποίο κατά βάση είναι η δουλεία ενός Βουλευτή και της συμπολίτευσης αλλά και της αντιπολίτευσης. Δυσώδεις υποθέσεις διαδέχονται η μία την άλλη και αντί να επιχειρούμε να στραφούμε σε προτάσεις νόμου, νομοπαρασκευαστικές επιτροπές για να ασχοληθούμε επιτέλους με τα μεγάλα προβλήματα των πολιτών, προσπαθούμε να φέρουμε εις πέρας προανακριτικές και ανακριτικές διαδικασίες, οι οποίες έτσι όπως είναι δομημένες οι πλειοψηφίες είναι αμφίβολο αν θα μπορέσουν να δώσουν και κάποιο αποτέλεσμα που να αφορά την δικαιοσύνη, όπως θα έπρεπε να την εννοούμαι χωρίς πολιτικά φίλτρα και μικροκομματικά κέρδη ή ζημιές.
Μέσα σε αυτό το κλίμα αντιμετωπίζουμε και την αλαζονεία της κυβερνητικής πλειοψηφίας, η οποία όσο στριμώχνεται τόσο πιο αλαζονική γίνεται. Όσο μάλιστα δεν νοιώθει την δημοσκοπική απειλή, γιατί την πολιτική απειλή την αισθάνονται οι κυβερνητικοί βουλευτές, άλλο τόσο αποθρασύνεται. Από την άλλη το μεγαλύτερο κομμάτι της αντιπολίτευσης διαλύεται εις τα εξ ων συνετέθη. Μέσα σε αυτή την αποδιοργανωμένη αντιπολίτευση οι επίδοξοι ενοικιαστές της δεξιάς πολυκατοικίας επιχειρούν με αναλώσιμες πολιτικές και κραυγές λαϊκισμού να παραπλανήσουν ψηφοφόρους ή δε κεντροαριστερή πτέρυγα ή διαλύεται ή απλά κοιμάται.
Μέσα σε αυτή την ατμόσφαιρα η ΝΙΚΗ, η οποία δεν αντιμετωπίστηκε ποτέ ισότιμα από τα ΜΜΕ ούτε σε σχέση με τα υπόλοιπα κόμματα της αντιπολίτευσης, εδώ και χρόνια ως κοινοβουλευτική δύναμη, αλλά και πριν αντιπροσωπεύσει Έλληνες ψηφοφόρους στο Κοινοβούλιο, μιλάει για αυτά τα φαινόμενα, μιλάει για την ανάγκη ηθικής στην πολιτική ζωή, αναφέρεται στην ανάγκη αλλαγής πορείας από αυτό τον κατήφορο, οραματίζεται μια καλύτερη μέρα για τους Έλληνες και τις Ελληνίδες, για την ελληνική οικογένεια, για τον εργαζόμενο, για τον μικρομεσαίο επιχειρηματία, για τη νεολαία, για την ελληνική οικονομία , για τους πληγωμένους θεσμούς και εν τέλη για την ίδια την χαμένη τιμή του ελληνικού πολιτικού βίου.
Θα συνεχίσουμε λοιπόν με όλες μας τις δυνάμεις να λέμε όχι σε αυτή την κατάσταση και να υπηρετούμε τον πραγματικό λόγο, για τον οποίο οι Έλληνες και οι Ελληνίδες μας έστειλαν στη Βουλή, ώστε να γίνουμε η φωνή τους ακόμα και αν προσπαθούν να μας κλείσουν τα μικρόφωνα. Η ΝΙΚΗ θα συνεχίσει ακόμα και σε αυτό το κλίμα να υπηρετεί τους πραγματικούς λόγους για τους οποίους αξίζει να υπάρχει ένα πολιτικό Κίνημα, το οποίο σέβεται πραγματικά εκείνους τους πολίτες, που ο θόρυβος των επαγγελματιών πολιτικών θέλει να επισκιάσει.