Το νερό δεν είναι απλώς ένας φυσικός πόρος…
Είναι δώρο της Δημιουργίας, βασικό στοιχείο της ζωής…
Είναι και άρρηκτα δεμένο με την ευθύνη του ανθρώπου απέναντι στον τόπο τους.
«Δένει» τους ανθρώπους με τη γη τους, την αγροτική οικογένεια με το χωράφι, την κοινότητα με τη μνήμη.
Και ακριβώς επειδή είναι θεμελιώδες συστατικό της ζωής, γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης, για εκείνους που βλέπουν την Ελλάδα, ως «αγορά» και όχι ως… Πατρίδα!
Οι πρόσφατες εξαγγελίες του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, για τη «μεγάλη μεταρρύθμιση» στη διαχείριση των υδάτων, σε καμιά περίπτωση δεν συνιστούν ολιστικό σχέδιο προστασίας ή εξορθολογισμού του συστήματος παροχής αυτής της ζωτικής πηγής στους πολίτες, αλλά ένα ακόμα κεφάλαιο στην πρόθεση αποψίλωσης του όρου «δημόσιο αγαθό» από τον δημόσιο-κοινωνικό χαρακτήρα του.
Το κυβερνητικό σχέδιο αποτελεί προσχηματικό νομοτεχνικό περιτύλιγμα συγκεντρωτισμού της εξουσίας επάνω στο νερό. Σε ένα αγαθό που οφείλει να διανέμεται και όχι να ελέγχεται.
Γνωστό είναι οτι η ποιότητα του νερού και της τροφής επηρεάζει τη σωματική υγεία.
Ο δημόσιος χαρακτήρα του νερού επιβάλλεται. Η στρατηγική του σημασία ανυπέρβλητη. Παράλληλα, οι ταμιευτήρες ύδατος, σε καιρούς κρίσης μπορεί να γίνουν «στόχος» του εχθρού και πρέπει να φυλάσσονται νυχθημερόν. Σε περιόδους πολεμικών κρίσεων, ο έλεγχος των υδάτινων πόρων μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως στρατηγικό όπλο, αφαιρώντας κάθε δυνατότητα επιβίωσης από ολόκληρους πληθυσμούς. Η ασφάλεια στην καθαρότητα του νερού, επηρεάζει αναπόφευκτα την κοινωνική συνοχή, την στιγμή zero!
Σχετίζεται και με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Όλοι πρέπει να έχουν πρόσβαση στο νερό. Ο κοινωνικός αντίκτυπος του απόλυτου «ελέγχου» των υδάτινων πόρων από τις εκάστοτε εξουσίες είναι ιδιαίτερα σοβαρός, καθώς οι κοινωνίες στις οποίες η πρόσβαση στο νερό εξαρτάται από οικονομικά καρτέλ, υφίστανται βαθιά κοινωνικά χάσματα. Σε εμπορευματοποιημένο περιβάλλον για το νερό, οι φτωχότερες ομάδες του πληθυσμού γίνονται ακόμα πιο ευάλωτες, εξαρτημένες από τις αποφάσεις πολιτικών και οικονομικών φορέων.
Η «ιδέα» να συγχωνευθούν σχεδόν 700 «Δημοτικές Επιχειρήσεις Ύδρευσης Αποχέτευσης» (ΔΕΥΑ) σε τρεις υπερ-εταιρείες που θα διαχειρίζονται το σύνολο των υδάτινων πόρων της χώρας, με διορισμένα Διοικητικά Συμβούλια, με λογικές ανώνυμης εταιρείας, με υποβόσκουσα την εισαγωγή σε οργανισμούς χρηματοπιστωτικών μέσων με χρηματιστηριακούς όρους, εγκυμονεί κινδύνους. Συνθήκες κακοδιαχείρησης ανατρέπουν την «αρχή της εγγύτητας» του πληθυσμού σε φυσικούς κοινωνικούς πόρους.
Δεν μπορεί το νερό που κυλά στα βουνά της Ηπείρου ή στις γεωτρήσεις της Θεσσαλίας να εποπτεύεται από ένα τεχνοκρατικό όργανο στην Αθήνα, ούτε να αντιμετωπίζεται ως ένας ακόμα κωδικός κόστους σε εταιρικούς ισολογισμούς.
Η ιστορική διαδρομή των ΔΕΥΑ είναι συνδεδεμένη με την έννοια της λαϊκής μέριμνας και της κοινωνικής τιμολόγησης. Οι ΔΕΥΑ, μέσα από δυσκολίες, υποστελέχωση και παραλείψεις, κράτησαν «όρθια» την ύδρευση σε εκατοντάδες πόλεις και χωριά, εξυπηρετώντας πρωτίστως τον πολίτη και όχι τον κάθε τυχαίο επενδυτή. Στις τοπικές ΔΕΥΑ χτυπά ακόμα ο παλμός της υπεύθυνης διαχείρισης, της σχέσης των ανθρώπων με τον τόπο τους, της λογοδοσίας στην τοπική κοινωνία.
Αυτές οι δομές πρέπει να ενισχυθούν και όχι να καταργηθούν. Δυστυχώς, οποιοσδήποτε γνωρίζει την ελληνική πραγματικότητα, αντιλαμβάνεται πως η δήθεν «κεντρική εξυγίανση» λειτουργεί ως πρόλογος ιδιωτικοποίησης. Πολλά παραδείγματα των τελευταίων ετών έχουν αποδείξει ότι πίσω από τον μανδύα της «δημόσιας εταιρείας» κρύβεται γνώριμο μοντέλο. Εταιρικά συμβούλια χωρίς κοινωνικό έλεγχο, επιλεκτικές αναθέσεις σε εργολαβίες, απουσία συμμετοχής των κατά τόπους δημοτικών Αρχών και τελικά, ανάθεση της όποιας στρατηγικής σε στελέχη της ιδιωτικής αγοράς.
Ξέρουμε πια πως ό,τι ξεκινά ως κρατικοποίηση με διοικητικό έλεγχο, καταλήγει τις περισσότερες φορές σε μεταβίβαση αρμοδιοτήτων σε τρίτους, σε παραχώρηση λειτουργιών και, τέλος, σε κερδοσκοπική τιμολόγηση.
Η επίκληση της τεχνολογίας ως πανάκειας, με πλατφόρμες, μετρητές και «έξυπνα» δίκτυα, δεν λύνει το ουσιώδες πρόβλημα. Οι απώλειες νερού σε πολλές περιοχές φτάνουν το 50%, όχι επειδή λείπει η ψηφιοποίηση και η νέα τεχνολογία, αλλά επειδή λείπουν, το ανθρώπινο δυναμικό, οι αναγκαία συντήρηση, η διαφάνεια και η πραγματική μέριμνα της Πολιτείας για αυτό το δημόσιο αγαθό.
Στην ελληνική γεωγραφική διαμόρφωση, η νησιωτική Ελλάδα υποφέρει στο θέμα του νερού. Η αφαλάτωση μπορεί να αποτελεί λύση, υπό αυστηρές προϋποθέσεις. Όχι ως πρόχειρη μαγική λύση. Απαιτείται, ως προϋπόθεση, η ενεργειακή επάρκεια και οι σοβαρές περιβαλλοντικές μελέτες. Σε πολλές περιπτώσεις, όπως έχει αποδειχθεί διεθνώς, η αφαλάτωση επιφέρει σοβαρές περιβαλλοντικές συνέπειες, λόγω της απόρριψης άλμης στις θάλασσες και της υπερκατανάλωσης ενέργειας. Σε αρκετά νησιά καλύπτεται ακόμη από πετρελαιοκίνητες μονάδες.
Η επίμονη ρητορική περί επενδύσεων, αναπτυξιακών έργων και ταμείων ύδρευσης αποκρύπτει το γεγονός οτι η χώρα δεν «υποφέρει» από έλλειψη έργων, αλλά από την αναγκαία συντήρηση, τις ελλείψεις προσωπικού και την αδιαφάνεια στη λειτουργία των υποδομών.
Στα 1.327 έργα ύδρευσης που ανακοινώθηκαν, δεν υπάρχει καμία αναφορά για αναβάθμιση τοπικών δικτύων, αντικατάσταση πεπαλαιωμένων αγωγών, ενίσχυση της ανθεκτικότητας μικρών οικισμών ή κάλυψη απομακρυσμένων γεωργικών περιοχών. Αντίθετα, προτεραιότητα φαίνεται να δίνεται σε μεγάλα κατασκευαστικά σχήματα, σε αμφίβολου ποιότητας αποκεντρωτικές αναθέσεις, σε πρότυπα δηλαδή που έχουν δοκιμαστεί και έχουν αποτύχει.
Η περίπτωση της Αθήνας και του Μόρνου αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Οι ταμιευτήρες εξαρτώνται από ένα συγκεντρωτικό σύστημα παροχής, το οποίο αν υποστεί βλάβη ή αντιμετωπίσει περιβαλλοντική πίεση, δεν υπάρχει «εναλλακτικό» τοπικό σχήμα που να μπορεί να διαχειριστεί την κρίση.
Το ίδιο το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) έχει κρίνει στο παρελθόν ότι το νερό, ως κοινό και δημόσιο αγαθό, δεν μπορεί να εποπτεύεται από ρυθμιστικές αρχές που λειτουργούν πέραν θεσμικού ελέγχου. Και όμως, η Κυβέρνηση επιχείρησε να το εντάξει στην Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ), ανοίγοντας διάπλατα την πόρτα στην εμπορευματοποίησή του.
Μετά τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού και υπό το βάρος των αντιδράσεων και περαιτέρω πτώσης του κυβερνητικού κόμματος στις δημοσκοπήσεις, ανακοινώθηκε ότι το νερό θα παραμείνει δημόσιο. Όμως η πραγματικότητα βοά: Σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, η ΕΥΔΑΠ και η ΕΥΑΘ είναι ήδη ανώνυμες εταιρείες, με μετοχές στο χρηματιστήριο. Η νέα «δημόσια» εταιρεία που σχεδιάζεται, δεν παρέχει καμία διασφάλιση μη ιδιωτικοποίησης στο μέλλον. Καλό είναι να θυμηθούμε πως παρόμοιες κινήσεις σε χώρες όπως η Χιλή και η Ισπανία οδήγησαν στην πλήρη εμπορευματοποίηση του νερού, με εκτόξευση των τιμών και κοινωνικές εντάσεις.
Η ιδιοκτησία του νερού δεν μπορεί να ανήκει ούτε στο κράτος ούτε στην αγορά, παρά μόνο στις τοπικές κοινωνίες, στις οικογένειες, στους αγρότες, στα παιδιά. Δεν είναι εμπόρευμα, δεν προσφέρεται ως πεδίο επενδυτικής στρατηγικής, δεν είναι όχημα επιλεκτικής ανάπτυξης για τους λίγους, αλλά προϋπόθεση ελευθερίας, αυτάρκειας, πολιτισμού.
Κάθε φορά που το το νερό γίνεται αντικείμενο κεντρικής διαχείρισης, πολιτικής αξιοποίησης ή εταιρικού ελέγχου, η δημοκρατία χάνει ένα ακόμα στήριγμα. Όταν το νερό αποκόπτεται από την κοινότητα, μετατρέπεται από αγαθό ζωής σε μοχλό εξάρτησης.
Η απάντηση σε πιθανή λειψυδρία, δεν βρίσκεται στην διαχείριση εξ’ αποστάσεως των υδάτινων πηγών, ούτε στην παραπλανητική τεχνοκρατία των πλατφορμών, αλλά στην ενίσχυση των τοπικών φορέων σε ανθρώπινο δυναμικό και μέσα, στη συμμετοχή των πολιτών, στην αναγέννηση της θεσμικής ευθύνης.
Αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα, είναι ένα «εθνικό σχέδιο» που θα σέβεται το τοπικό στοιχείο, θα διασφαλίζει τη διαφάνεια, θα επενδύει στη αποτελεσματική και ασφαλή συντήρηση των δικτύων και όχι σε θεαματικές εξαγγελίες εντυπωσιασμού ούτε σε φανταχτερά εγκαίνια. Ένα σχέδιο που θα προστατεύει τη γεωργία, θα εκπαιδεύει τα παιδιά στην αξία του νερού, θα ενισχύει τα χωριά και τις μικρές πόλεις και δεν θα δίνει ακόμα μεγαλύτερη εξουσία στους μηχανισμούς της κεντρικής εξουσίας.
Η πολιτική για το νερό είναι πολιτική για τη ζωή. Δεν μπορεί να αφεθεί σε χέρια που αντιλαμβάνονται τους απλούς ανθρώπους ως οικονομικές μονάδες κόστους και την κοινωνία ως εμπόδιο. Είναι χρέος μας να διαφυλάξουμε το νερό ως στοιχείο ελευθερίας, ως σχέση ευθύνης και αγάπης προς τον τόπο μας. Ο αγώνας για το νερό είναι αγώνας εθνικός, κοινωνικός, πνευματικός και σε αυτόν τον αγώνα δεν χωρούν υπολογισμοί. Χωρούν μόνο συνειδήσεις που στέκονται όρθιες.
Δημήτρης Σωτηρίου