Η κυβέρνηση έφερε στη Βουλή τον Ισολογισμό του Κράτους για το 2023, ζητώντας από το Κοινοβούλιο να εγκρίνει κάτι που δεν υπάρχει: μια οικονομική απεικόνιση χωρίς περιουσία, χωρίς πάγια, χωρίς διαφάνεια. Μια χώρα που στα χαρτιά φαίνεται να μην έχει τίποτα, λες και δεν διαθέτει δημόσια γη, κτίρια, υποδομές, ακίνητα. Ένας Ισολογισμός με μηδενικά πάγια δεν είναι τεχνικό ζήτημα· είναι πολιτικό σκάνδαλο. Είναι η απόδειξη ότι η κυβέρνηση επιλέγει τη συσκότιση αντί της λογοδοσίας.
Το Ελεγκτικό Συνέδριο, το ανώτατο δημοσιονομικό δικαστήριο της χώρας, ήταν ξεκάθαρο: «Η απουσία ολοκληρωμένης καταγραφής και αποτίμησης της ακίνητης περιουσίας καθιστά αδύνατη την πλήρη απεικόνιση της χρηματοοικονομικής θέσης της Κεντρικής Διοίκησης».
Με απλά λόγια, το κράτος δεν ξέρει τι κατέχει. Δεν γνωρίζει ποια είναι η αξία της περιουσίας του, δεν έχει απογράψει ακίνητα, εκτάσεις και υποδομές, αφήνοντας εκτός λογιστικών βιβλίων ολόκληρο τον δημόσιο πλούτο. Πώς να νομιμοποιήσει, λοιπόν, η Βουλή έναν Ισολογισμό που στηρίζεται στο τίποτα;
Αλλά η ιστορία δεν σταματά εκεί. Το Ελεγκτικό Συνέδριο καταγράφει σωρεία σοβαρών παραλείψεων και κινδύνων. Ενδεχόμενες υποχρεώσεις που δεν έχουν καταγραφεί, προβλέψεις που λείπουν, κρατικές εγγυήσεις που παραμένουν «εκτός ισολογισμού». Η χώρα εμφανίζεται στα χαρτιά πιο εύρωστη απ’ ότι είναι στην πραγματικότητα. Οι λογιστικές γραμμές κρύβουν το δημοσιονομικό βάθος.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η υπόθεση των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων των τραπεζών. Πρόκειται για μια ρύθμιση που μετατρέπει φορολογικές ζημίες σε μελλοντικές απαιτήσεις από το Δημόσιο. Σήμερα, το ύψος αυτών των απαιτήσεων ξεπερνά τα 14 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σε πάνω από το 60% των ιδίων κεφαλαίων του τραπεζικού συστήματος. Με άλλα λόγια, οι τράπεζες στηρίζονται σε κεφάλαια που, στην ουσία, εγγυάται ο Έλληνας φορολογούμενος. Αν κάτι πάει στραβά, ο λογαριασμός θα έρθει στα σπίτια μας.
Το ίδιο ισχύει και για το πρόγραμμα «Ηρακλής», μέσω του οποίου το Δημόσιο εγγυήθηκε τιτλοποιήσεις «κόκκινων» δανείων ύψους 16,8 δισ. ευρώ. Το Ελεγκτικό Συνέδριο προειδοποιεί ότι αν οι τιτλοποιήσεις αποτύχουν, οι εγγυήσεις θα ενεργοποιηθούν, φορτώνοντας τον προϋπολογισμό με νέα βάρη. Δηλαδή, οι κίνδυνοι του τραπεζικού συστήματος έχουν ήδη μεταφερθεί στους ώμους των πολιτών – απλώς δεν το βλέπουμε γραμμένο στον Ισολογισμό.
Και σαν να μην έφταναν αυτά, υπάρχει και η υπόθεση “ΑΤΤΙΚΟΣ ΗΛΙΟΣ Α.Ε.” – μια μαύρη τρύπα που αγγίζει πλέον τα 800 εκατομμύρια ευρώ. Το Ελεγκτικό Συνέδριο επισημαίνει ρητά ότι πρόκειται για ενδεχόμενη υποχρέωση «εξαιρετικά υψηλής δημοσιονομικής σημασίας», η οποία δεν έχει καν καταγραφεί. Παρά τις τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις που δικαιώνουν τον επενδυτή, το Δημόσιο επιλέγει να σιωπά και να παρανομεί. Η αδράνεια αυτή δεν είναι απλώς πολιτική νωθρότητα· είναι θεσμική προσβολή. Κάθε χρόνο που περνά, οι τόκοι αυξάνονται κατά 85 εκατομμύρια ετησίως και το κράτος κάνει πως δεν βλέπει.
Από το 2019, η χώρα υποχρεούται να τηρεί τις οικονομικές της καταστάσεις με δεδουλευμένη βάση, όπως προβλέπει το Λογιστικό Πλαίσιο της Γενικής Κυβέρνησης. Όμως, σύμφωνα με το Ελεγκτικό Συνέδριο, η εφαρμογή του είναι «ανεπαρκής». Οι υποχρεώσεις καταχωρίζονται με καθυστέρηση, οι προβλέψεις σχηματίζονται αποσπασματικά, το Μητρώο Δημοσιονομικών Δεσμεύσεων υπολειτουργεί.
Έτσι, οι αριθμοί δεν αντικατοπτρίζουν το πότε πραγματικά δημιουργούνται υποχρεώσεις, αλλά μόνο πότε πληρώνονται. Μια ψευδαίσθηση σταθερότητας που βολεύει πολιτικά, αλλά καταστρέφει τη διαφάνεια.
Και ενώ όλα αυτά συμβαίνουν, το δημόσιο χρέος αγγίζει τα 356 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή το 162% του ΑΕΠ. Πίσω από τα ποσοστά, η πραγματικότητα παραμένει αμείλικτη: η χώρα εξακολουθεί να εξαρτάται από εξωγενείς παράγοντες, επιτόκια, πληθωρισμό και πρωτογενή πλεονάσματα. Το Ελεγκτικό Συνέδριο προειδοποιεί ότι δεν υπάρχει επαρκής ανάλυση κινδύνου για τη διαχείριση του χρέους, ούτε αποτίμηση των επιπτώσεων της αύξησης των επιτοκίων.
Η κυβέρνηση, όμως, επιμένει να παρουσιάζει την εικόνα μιας «οικονομίας που πετάει». Πετάει, ναι αλλά πάνω σε αριθμούς χωρίς αντίκρισμα.
Αυτός ο Ισολογισμός δεν είναι απλώς ατελής. Είναι λογιστικό κατασκεύασμα που αποσιωπά υποχρεώσεις, αποκρύπτει την ακίνητη περιουσία και ωραιοποιεί την πραγματικότητα. Είναι προϊόν μιας πολιτικής που προτιμά τον επικοινωνιακό θόρυβο από τη θεσμική ειλικρίνεια. Γιατί τι σημαίνει ένα κράτος που δεν γνωρίζει την περιουσία του; Σημαίνει ένα κράτος που δεν μπορεί να τη διαχειριστεί, να την προστατεύσει ή να την αξιοποιήσει. Σημαίνει ένα κράτος που ζει με δανεικά και υποσχέσεις.
Η αντιπολίτευση έχει χρέος να το πει καθαρά: Δεν μπορεί να εγκρίνει Ισολογισμό με μηδενικά πάγια, απούσες υποχρεώσεις και ψευδή εικόνα δημοσιονομικής υγείας. Η Βουλή δεν μπορεί να κλείνει τα μάτια σε ευρήματα που το ίδιο το Ελεγκτικό Συνέδριο χαρακτηρίζει κρίσιμα. Η κυβέρνηση οφείλει να απαντήσει – όχι με συνθήματα, αλλά με αριθμούς και διαφάνεια. Θα πρέπει να συμμορφωθεί άμεσα με το Λογιστικό Πλαίσιο και τις παρατηρήσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου και να παρουσιάσει αξιόπιστες Οικονομικές Καταστάσεις.
Η δημοσιονομική αξιοπιστία δεν είναι υπόθεση τύπων, είναι υπόθεση Δημοκρατίας. Και όσο το κράτος κρύβεται πίσω από ουσιωδώς ανακριβής ισολογισμούς, τόσο η εμπιστοσύνη των πολιτών θα διαβρώνεται. Γιατί όταν η πολιτεία δεν λογοδοτεί, η αλήθεια λείπει. Και χωρίς αλήθεια, καμία οικονομία δεν στέκεται όρθια.
Του Ανδρέα Βορύλλα,
Βουλευτή Β2 Δυτικού Τομέα Αθηνών με τη ΝΙΚΗ

