Η Ελληνική Βιομηχανία Οχημάτων (ΕΛΒΟ) ήταν μια παραγωγική μονάδα – σύμβολο μιας εποχής, όπου η Ελλάδα μπορούσε να σταθεί ισότιμα απέναντι στις μεγάλες βιομηχανικές δυνάμεις της Ευρώπης, προσφέροντας προϊόντα υψηλής τεχνολογίας τόσο στις Ένοπλες Δυνάμεις όσο και στη διεθνή αγορά. Η ΕΛΒΟ αποτέλεσε πυλώνα της εθνικής αμυντικής αυτονομίας, εξασφαλίζοντας εκατοντάδες θέσεις εργασίας και συμβάλλοντας αποφασιστικά στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης και της ευρύτερης περιοχής.
Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, η εταιρεία γνώρισε δραματική παρακμή, που ολοκληρώθηκε με την πλήρη εξαγορά της από ισραηλινά συμφέροντα. Αποκαλύφθηκαν οι πολιτικές ευθύνες που οδήγησαν στο ξεπούλημα μιας στρατηγικής βιομηχανίας, καθώς και οι τραγικές επιπτώσεις στην τοπική κοινωνία της Σίνδου και της Θεσσαλονίκης. Η κυβέρνηση, αντί να προστατεύσει το δημόσιο συμφέρον, προχώρησε στην παράδοση της ΕΛΒΟ σε ξένα χέρια, χάνοντας μια μοναδική ευκαιρία για εθνική ανάπτυξη και τεχνολογική ανεξαρτησία.
ΕΛΒΟ: Μια βιομηχανία-πρότυπο του παρελθόντος και η συμβολή της στην τοπική οικονομία
Η ΕΛΒΟ ιδρύθηκε το 1972 ως ΣΤΑΓΙΕΡ Ελλάς ΑΒΕ, με στόχο την παραγωγή φορτηγών, τρακτέρ και κινητήρων. Κατά τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 γνώρισε περίοδο ακμής, με σημαντική παραγωγική δραστηριότητα και εξαγωγές. Για παράδειγμα, είχε αναλάβει την παραγωγή 1.400 ελαφρά θωρακισμένων οχημάτων για το Ρουμανικό Υπουργείο Άμυνας (προϋπολογισμός 400 εκατ. ευρώ) και 1.000 αντίστοιχων οχημάτων για το Ιράκ (προϋπολογισμός 290 εκατ. ευρώ). Οι εγκαταστάσεις της στη Σίνδο Θεσσαλονίκης, έκτασης 273.000 τ.μ., με 66.000 τ.μ. στεγασμένων μονάδων παραγωγής, δοκιμών και αποθήκευσης, την κατέτασσαν μεταξύ των μεγαλύτερων βιομηχανιών του είδους στη Νότια Ευρώπη.
Η ΕΛΒΟ υπήρξε ουσιαστικά μια συστάδα καινοτομίας, τεχνολογίας και εθνικής ανεξαρτησίας, που αποτελούσε βασικό προμηθευτή του Ελληνικού Στρατού. Η γραμμή συναρμολόγησης των Leopard 2 HEL θεωρούνταν στρατηγικής σημασίας για την εθνική άμυνα, ενώ η εταιρεία αποτελούσε παράδειγμα επιτυχίας, αποδεικνύοντας ότι η Ελλάδα μπορούσε να σταθεί ισότιμα δίπλα στις μεγάλες βιομηχανικές δυνάμεις της Ευρώπης.
Η τοπική κοινωνία της Σίνδου και της ευρύτερης περιοχής της Θεσσαλονίκης ωφελούνταν άμεσα από την παρουσία της ΕΛΒΟ. Η εταιρεία προσέφερε πολλές και καλές θέσεις εργασίας, υποστήριζε τοπικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις μέσω της αλυσίδας εφοδιασμού και συνέβαλε στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής. Η παρακμή και η τελική πώληση της ΕΛΒΟ δεν επηρέασαν μόνο την εθνική άμυνα, αλλά σχεδόν κατέστρεψαν την τοπική οικονομία και συνοχή.
Η παρακμή και η είσοδος στο Υπερταμείο: Η αρχή του τέλους για την τοπική οικονομία
Μετά την πρώτη φάση ιδιωτικοποίησης, που τελικά απέτυχε, από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 η ΕΛΒΟ άρχισε να αντιμετωπίζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, κυρίως λόγω κακής διαχείρισης, έλλειψης επενδύσεων και αλλαγών στην αγορά. Η εταιρεία εισήλθε σε έναν φαύλο κύκλο χρεοκοπίας, με αποτέλεσμα το 2014 να τεθεί σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης και τα περιουσιακά της στοιχεία να περιέλθουν στο Υπερταμείο των δανειστών, όπως άλλωστε όλη η δημόσια περιουσία. Ήταν μία από τις συνέπειες του εγκληματικού 2ου μνημονίου και του PSI, βάσει των οποίων υποθηκεύτηκε η δημόσια περιουσία στους δανειστές και τα ελληνικά ομόλογα υπήχθησαν στο αγγλικό δίκαιο. Το 2020, μετά από δημόσιο διαγωνισμό, πωλήθηκε στην κοινοπραξία Naska Industries έναντι του ποσού των 3 εκατ. ευρώ – τίμημα που κρίθηκε μικρό κλάσμα της πραγματικής της αξίας.
Οι Ισραηλινοί επενδυτές υποσχέθηκαν μακροπρόθεσμες επενδύσεις, ανάπτυξη της παραγωγής και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Ωστόσο, τα επόμενα χρόνια η εταιρεία δεν ανέκτησε παραγωγική κανονικότητα, με μηδενικό σχεδόν τζίρο και λειτουργικές ζημίες, ενώ το 95% των κτιριακών εγκαταστάσεων παρέμεινε αναξιοποίητο. Το 2025, το Ελληνικό Δημόσιο παραιτήθηκε από το δικαίωμα προτίμησης / πρώτης άρνησης για το 21% των μετοχών, ανοίγοντας τον δρόμο για την πλήρη εξαγορά της ΕΛΒΟ από την SK Group. Οι Ισραηλινοί «δήθεν επενδυτές» δεν τήρησαν τις δεσμεύσεις τους και η κυβέρνηση δεν το απαίτησε.
Θέσεις εργασίας χάθηκαν, τοπικές επιχειρήσεις που εξαρτώνταν από την ΕΛΒΟ έκλεισαν και η οικονομική δραστηριότητα στην περιοχή μειώθηκε δραματικά. Η απογοήτευση και η οργή των εργαζομένων και των κατοίκων της Σίνδου είναι δικαιολογημένες, καθώς η κυβέρνηση δεν έλαβε κανένα μέτρο για την προστασία της εταιρείας. Οι πολιτικές ευθύνες είναι τεράστιες. Αντί να αναζητήσει λύσεις για την αναγέννηση της ΕΛΒΟ, η κυβέρνηση προχώρησε στην πώλησή της σε ισραηλινά συμφέροντα, χωρίς να εξασφαλίσει καμία δεσμευτική υποχρέωση.
Υποσχέσεις που δεν τηρήθηκαν και μια τοπική κοινωνία εγκαταλελειμμένη
Οι υποσχέσεις για «μακροπρόθεσμη δέσμευση για επενδύσεις και ανάπτυξη παραγωγής» δεν υλοποιήθηκαν ποτέ – όπως προαναφέραμε. Το 2025 η SK Group απέκτησε το 100% της ΕΛΒΟ, χωρίς να έχει καταβάλει σημαντικά ποσά ή, τουλάχιστον, να έχει παρουσιάσει συγκεκριμένο επιχειρησιακό σχέδιο.
Η SK Group, ισραηλινός όμιλος με στρατηγική παρουσία στην πολεμική βιομηχανία, δεν έχει δείξει κανένα ενδιαφέρον για την ανάπτυξη της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας. Αντίθετα, η εξαγορά αυτή φαίνεται να υπηρετεί αποκλειστικά τα συμφέροντα του ισραηλινού στρατού και την ένταξή του στα ευρωπαϊκά προγράμματα επανεξοπλισμού, όπως το REARM και το SAFE. Μάλιστα, ο αντιπρόεδρος της Ισραηλινής SK Group, Ronen Hamudot, δήλωσε:
«Οι υποδομές και η κληρονομιά της ΕΛΒΟ προσφέρουν τεράστιες δυνατότητες, τις οποίες σκοπεύουμε να αξιοποιήσουμε στο έπακρο.»
Το πρόγραμμα SAFE και η χαμένη ευκαιρία
Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα SAFE, με προϋπολογισμό 150 δισεκατομμυρίων ευρώ, αποτελεί μια ιστορική ευκαιρία για την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Η Ελλάδα, ως κράτος-μέλος, έχει τη δυνατότητα να διεκδικήσει σημαντικά κονδύλια για την ανάπτυξη της εγχώριας αμυντικής παραγωγής. Ωστόσο, η εξαγορά της ΕΛΒΟ από την SK Group σημαίνει ότι τα ευρωπαϊκά κονδύλια θα μπορούν να αξιοποιηθούν από ισραηλινά συμφέροντα, αντί για ελληνικά.
Το SAFE προβλέπει χρηματοδότηση για κοινές προμήθειες και επενδύσεις στην αμυντική βιομηχανική βάση, με στόχο την ενίσχυση της ευρωπαϊκής αυτονομίας, και η Ελλάδα έχει ήδη υποβάλει αίτηση για χρηματοδότηση 1,2 δισ. ευρώ. Η αναγέννηση της ΕΛΒΟ θα μπορούσε να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, να ενισχύσει τις τοπικές επιχειρήσεις και να αναζωογονήσει την οικονομική δραστηριότητα στην περιοχή.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη και το Υπερταμείο των δανειστών, ξεπουλώντας την ΕΛΒΟ και δημιουργώντας ανώνυμες εταιρείες όπως η ΕΛΚΑΚ Α.Ε. (Ελληνικό Κέντρο Αμυντικής Καινοτομίας Α.Ε.), το οποίο κατά 33% ανήκει στο Υπερταμείο, θα παραδώσουν εξοπλιστικά προγράμματα για πρώτη φορά σε καθεστώς ανώνυμης εταιρείας. Έτσι, αμυντικά εξοπλιστικά προγράμματα θα πραγματοποιούνται υπό καθεστώς ανώνυμης εταιρείας και όχι μέσω του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας.
Παρά την εκποίηση της ΕΛΒΟ, η ελληνική αμυντική βιομηχανία διαθέτει σημαντικές δυνατότητες. Σύμφωνα με τον Σύνδεσμο Ελλήνων Κατασκευαστών Αμυντικού Υλικού (ΣΕΚΠΥ), έντεκα ελληνικές εταιρείες συμμετέχουν ήδη σε δεκαπέντε ευρωπαϊκά προγράμματα του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας (EDF), με συνολικό προϋπολογισμό άνω του 1 δισ. ευρώ. Η συμμετοχή αυτή αποδεικνύει την ωριμότητα και την ανταγωνιστικότητα του εγχώριου αμυντικού οικοσυστήματος.
Η κυβερνητική απόφαση παράδοσης της ΕΛΒΟ δεν εξυπηρετεί το εθνικό συμφέρον, αλλά θέτει σε κίνδυνο την ικανότητα της χώρας να αναπτύξει ανεξάρτητη αμυντική βιομηχανία, με τις πολιτικές ευθύνες να είναι τεράστιες.
Η πώληση της ΕΛΒΟ σε αλλοδαπά συμφέροντα αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες εθνικές απώλειες των τελευταίων δεκαετιών, με ευθύνη των μνημονιακών κυβερνήσεων. Οι πολιτικές ευθύνες δεν περιορίζονται μόνο στη σημερινή κυβέρνηση, αλλά και στις προηγούμενες, καθώς και στους θεσμούς που ήταν υπεύθυνοι για τη διαχείριση της ΕΛΒΟ και για την παρακμή της εταιρείας. Η έλλειψη πολιτικής βούλησης, μακροπρόθεσμης στρατηγικής, η κακοδιαχείριση και η εγκληματική αδιαφορία, με τελική πράξη το ξεπούλημα, αποτελούν ακόμη ένα οικονομικό έγκλημα κατά της πατρίδας μας.
Η πρόταση της ΝΙΚΗΣ
Η ΝΙΚΗ, το Κίνημά μας, πιστεύει σε μια ανεξάρτητη και παραγωγική εθνική οικονομία, με έμφαση στην επαναβιομηχάνιση, την κοινωνική δικαιοσύνη και την προστασία των στρατηγικών υποδομών. Με βάση αυτές τις αρχές, προτείνουμε μια σειρά μέτρων που θα μπορούσαν να αναγεννήσουν την ΕΛΒΟ, να αποτρέψουν την απώλεια εθνικής περιουσίας – που επήλθε με την πώλησή της – και να ενισχύσουν την τοπική οικονομία, την εθνική ανεξαρτησία και την αμυντική αυτονομία της χώρας:
-
Δημιουργία μιας νέας Δημόσιας Αναπτυξιακής Τράπεζας για τη χρηματοδότηση, μεταξύ άλλων, της ΕΛΒΟ και την ενίσχυση της βιομηχανίας οχημάτων υψηλής τεχνολογίας. Η τράπεζα αυτή θα μπορούσε να παρέχει μακροπρόθεσμα δάνεια για την επαναβιομηχάνιση της Ελλάδας.
-
Στήριξη επενδύσεων υψηλής προστιθέμενης αξίας στον τομέα της μεταποίησης-βιοτεχνίας, με έμφαση στην αύξηση του εργατικού δυναμικού και των δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας της Σίνδου και της Θεσσαλονίκης.
-
Υποκατάσταση εισαγωγών με εγχώρια παραγωγή για την ΕΛΒΟ, με στόχο την απεξάρτηση από ξένα ενδιάμεσα αγαθά και την ενίσχυση της εγχώριας αλυσίδας εφοδιασμού.
-
Στόχευση στην παραγωγή προϊόντων υψηλής τεχνολογικής έντασης, όπως θωρακισμένα και εξειδικευμένα στρατιωτικά οχήματα, ώστε να ενισχυθεί η θέση της εταιρείας στην παγκόσμια αγορά.
-
Απεξάρτηση από το υψηλό ενεργειακό κόστος λόγω του Χρηματιστηρίου Ενέργειας, με χρήση ανανεώσιμων πηγών και ενίσχυση της ενεργειακής αυτονομίας της εταιρείας.
-
Μείωση των έμμεσων φόρων που αυξάνουν το μοναδιαίο κόστος των εξαγωγικών προϊόντων της ΕΛΒΟ.
-
Απαγόρευση ιδιωτικοποίησης στρατηγικών δημόσιων επιχειρήσεων, όπως η ΕΛΒΟ, και επανένταξή τους υπό δημόσιο έλεγχο.
-
Δημιουργία ειδικού ταμείου στήριξης της ΕΛΒΟ, για την αναβάθμιση των εγκαταστάσεων, την έρευνα και ανάπτυξη νέων προϊόντων και την ενίσχυση της τοπικής απασχόλησης.
Για εμάς, η ΕΛΒΟ δεν ήταν απλώς μια βιομηχανία. Ήταν σύμβολο εθνικής υπερηφάνειας και αμυντικής αυτονομίας. Η παρακμή και η εξαγορά της αποτελούν μία από τις μεγαλύτερες εθνικές απώλειες των τελευταίων δεκαετιών. Η κυβέρνηση οφείλει να δώσει εξηγήσεις για τον τρόπο με τον οποίο διαχειρίστηκε την υπόθεση της ΕΛΒΟ και να διασφαλίσει ότι τα ευρωπαϊκά κονδύλια REARM και SAFE θα αξιοποιηθούν για την ενίσχυση της εθνικής αμυντικής βιομηχανίας και όχι για την εξυπηρέτηση ξένων συμφερόντων.
Θ.Ο. Εθνικής Οικονομίας

