Ο Αντώνης Καλόγηρος, οικονομολόγος, υπεύθυνος της Θεματικής Ομάδας Εθνικής Οικονομίας του Δημοκρατικού Πατριωτικού Λαϊκού Κινήματος ΝΙΚΗ και μέλος του Βουλευτηρίου, βρέθηκε καλεσμένος στην εκπομπή της δημοσιογράφου Κορίνας Τριανταφύλλου, σε μια εκτενή και ουσιαστική συζήτηση με επίκεντρο τον κρατικό προϋπολογισμό, τις μακροοικονομικές ανισορροπίες και τη δομική κρίση του ελληνικού οικονομικού μοντέλου.
Αφορμή της συζήτησης αποτέλεσε η κατάθεση του κρατικού προϋπολογισμού για το 2026, ο οποίος βασίζεται σε προβλέψεις ανάπτυξης της τάξης του 2,4%, σε εκτιμήσεις για αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και σε προσδοκίες αύξησης των επενδύσεων και του ΑΕΠ.
Παράλληλα, η κυβέρνηση προβάλλει μια νέα φορολογική μεταρρύθμιση με εξαγγελίες ελαφρύνσεων για νέους, οικογένειες, μεσαία τάξη, αγρότες και παρεμβάσεις για το στεγαστικό ζήτημα. Στο επίκεντρο τέθηκε το ερώτημα κατά πόσο αυτές οι προβλέψεις και οι εξαγγελίες ανταποκρίνονται στην πραγματική εικόνα της οικονομίας και της κοινωνίας.
Ο κ. Καλογήρος χαρακτήρισε τον προϋπολογισμό διαχειριστικό και μνημονιακού τύπου, επισημαίνοντας την απουσία οποιουδήποτε συνεκτικού οράματος παραγωγικής ανασυγκρότησης. Όπως ανέφερε, η ελληνική οικονομία παραμένει εγκλωβισμένη σε ένα μοντέλο χαμηλής προστιθέμενης αξίας, χωρίς ουσιαστική μέριμνα για παραγωγικές επενδύσεις και χωρίς σχέδιο κάλυψης του χρόνιου επενδυτικού κενού που δημιουργήθηκε μετά το 2010. Τόνισε ότι επί σειρά ετών οι επενδύσεις δεν επαρκούσαν ούτε για την κάλυψη των αποσβέσεων, γεγονός που οδηγεί σε σταδιακή φθορά των υποδομών και σε υποβάθμιση του παραγωγικού κεφαλαίου.
Ιδιαίτερη αναφορά έγινε στην ατελή αποτύπωση της δημόσιας περιουσίας, καθώς ο προϋπολογισμός δεν καταγράφει με ακρίβεια τα ενσώματα και άυλα πάγια του Δημοσίου, παρά τις επαναλαμβανόμενες παρατηρήσεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου από το 2014. Σύμφωνα με τον κ. Καλογήρο, η έλλειψη πλήρους καταγραφής συνδέεται άμεσα με τη μεταβίβαση της δημόσιας περιουσίας στο Υπερταμείο, στο πλαίσιο των μνημονιακών δεσμεύσεων, και δημιουργεί ένα διαρκές καθεστώς αδιαφάνειας γύρω από το πραγματικό μέγεθος και την αξία των κρατικών περιουσιακών στοιχείων.
Στα του ιδιωτικού τομέα, υπογράμμισε ότι ο προϋπολογισμός αποσιωπά τη δραματική διόγκωση του ιδιωτικού χρέους. Όπως ανέφερε, το ιδιωτικό χρέος από περίπου 30–35 δισ. ευρώ στις αρχές της μνημονιακής περιόδου έχει εκτοξευθεί σήμερα στα επίπεδα των 370 δισ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένων οφειλών προς τράπεζες, φορολογικές αρχές και ασφαλιστικά ταμεία. Στο ίδιο πλαίσιο, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια υπερβαίνουν τα 90 δισ. ευρώ, συνιστώντας, όπως τόνισε, τη μεγαλύτερη αναδιανομή ιδιωτικού πλούτου προς επενδυτικά σχήματα του εξωτερικού, με βαριές συνέπειες για νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Αναφερόμενος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και στο εμπορικό έλλειμμα, έκανε λόγο για ένα από τα πιο δομικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας. Το εμπορικό έλλειμμα, που προσεγγίζει τα 35–36 δισ. ευρώ, στερεί σημαντικούς πόρους από το ΑΕΠ, ενώ τα αυξημένα έσοδα από τον τουρισμό εξανεμίζονται λόγω της υπεροχής των εισαγωγών έναντι των εξαγωγών. Σύμφωνα με την ανάλυσή του, η χώρα παραμένει εξαρτημένη από εισαγόμενα ενδιάμεσα αγαθά, γεγονός που αποτυπώνει την απουσία ισχυρής μεταποιητικής βάσης και τη μη αξιοποίηση της εγχώριας τεχνογνωσίας και καινοτομίας.
Στο ζήτημα της ακρίβειας, ο κ. Καλογήρος επεσήμανε ότι το φαινόμενο δεν μπορεί να αποδοθεί αποκλειστικά σε εξωγενείς παράγοντες. Αναφέρθηκε στη διαμόρφωση καρτελοποιημένων αγορών σε κρίσιμους τομείς της οικονομίας, όπως οι τράπεζες, η ενέργεια, οι τηλεπικοινωνίες, τα σούπερ μάρκετ και οι μεταφορές, με αποτέλεσμα τη διατήρηση υψηλών τιμών. Ιδιαίτερη μνεία έκανε στο γεγονός ότι το κράτος αποκομίζει αυξημένα φορολογικά έσοδα μέσω του ΦΠΑ, ο οποίος επιβάλλεται επί διογκωμένων τιμών, οδηγώντας σε διαρκή αύξηση των φορολογικών εσόδων χωρίς αντίστοιχη βελτίωση των εισοδημάτων.
Η συζήτηση επεκτάθηκε στο δημόσιο χρέος και στην επιλογή της πρόωρης αποπληρωμής δανείων. Ο Αντώνης Καλογήρος παρουσίασε ιστορικά στοιχεία για τη διόγκωση του χρέους μέσω των μνημονίων και επισήμανε ότι η αποπληρωμή χαμηλότοκων δανείων με νέο, ακριβότερο δανεισμό στερεί πολύτιμους πόρους από κοινωνικές ανάγκες, όπως η υγεία, η παιδεία και η κοινωνική προστασία, σε μια χώρα που έχει βιώσει πολυετή λιτότητα.
Στο μέτωπο της φορολογίας, υπογράμμισε ότι η αύξηση των εσόδων βασίζεται κυρίως στους έμμεσους φόρους, με τον ΦΠΑ στο 24% να πλήττει δυσανάλογα τα χαμηλότερα εισοδήματα. Παράλληλα, έκανε λόγο για συστηματική φοροαποφυγή πολυεθνικών και μεγάλων ομίλων μέσω ενδοομιλικών συναλλαγών, την ώρα που η πίεση μεταφέρεται σε νοικοκυριά, ελεύθερους επαγγελματίες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Ιδιαίτερα εκτενής ήταν η αναφορά στο ζήτημα των κόκκινων δανείων και των πλειστηριασμών. Ο κ. Καλογήρος σημείωσε ότι τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, από περίπου 10–12 δισ. ευρώ πριν από τα μνημόνια, έχουν φτάσει σήμερα σε επίπεδα άνω των 100 δισ. ευρώ, ενώ το θεσμικό πλαίσιο ευνοεί τα funds, τα οποία αποκτούν δάνεια σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές και διεκδικούν πολλαπλάσια ποσά από τους δανειολήπτες. Τόνισε ότι το ελληνικό κράτος έχει παράσχει εγγυήσεις δισεκατομμυρίων μέσω του προγράμματος «Ηρακλής», μεταφέροντας τελικά τον κίνδυνο στους φορολογούμενους.
Κλείνοντας, ο Αντώνης Καλογήρος υπογράμμισε ότι η Ελλάδα διαθέτει όλες τις αντικειμενικές προϋποθέσεις για να αποτελέσει οικονομική δύναμη στην περιοχή, χάρη στον φυσικό πλούτο, το κλίμα, τη γεωγραφική θέση και το ανθρώπινο δυναμικό της.
Όπως ανέφερε, η υστέρηση δεν οφείλεται σε έλλειψη δυνατοτήτων, αλλά σε απουσία πολιτικής βούλησης και στρατηγικού σχεδιασμού. Η συζήτηση ολοκληρώθηκε με την επισήμανση ότι η οικονομική στασιμότητα, η κοινωνική πίεση και η φυγή των νέων στο εξωτερικό συνδέονται άμεσα με τις επιλογές του κυρίαρχου οικονομικού μοντέλου, το οποίο, όπως τόνισε, απαιτεί ριζική αναθεώρηση.
Δείτε εδώ ολόκληρη τη συνέντευξη:


