Σήμερα, η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με μια σκληρή πραγματικότητα που αποτυπώνεται με τον πιο τραγικό και αδιαμφισβήτητο τρόπο στα στοιχεία της Eurostat.
Παρά το κυβερνητικό αφήγημα ότι η ανάπτυξη και τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης δήθεν θωρακίζουν την πραγματική οικονομία, οι αριθμοί αποδεικνύουν το ακριβώς αντίθετο. Η χώρα μας καταγράφει την ταχύτερη αύξηση εταιρικών χρεοκοπιών σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Στο γ’ τρίμηνο του 2025, οι ελληνικές επιχειρήσεις κατέγραψαν άνοδο στα λουκέτα που φτάνει το 47,8% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.
Το ποσοστό αυτό δεν είναι απλώς υψηλό· αποτελεί τη χειρότερη επίδοση στην Ε.Ε. Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της ελληνικής τραγωδίας, την ίδια περίοδο:
• η Πολωνία σημείωσε αύξηση 17,3%,
• η Τσεχία αύξηση 17,2%,
ενώ ο μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι μόλις 4,4%.
Και μέσα σε αυτή την πραγματικότητα, η κυβέρνηση συνεχίζει να επικαλείται το ηλεκτρονικό εμπόριο ως δικαιολογία. Όμως το ηλεκτρονικό εμπόριο υπάρχει σε όλες τις ευρωπαϊκές οικονομίες — και μάλιστα σε χώρες που μειώνουν τα λουκέτα τους. Άρα δεν φταίει η τεχνολογία. Φταίει το ελληνικό οικονομικό περιβάλλον, που γίνεται κάθε μέρα πιο ασφυκτικό.
Την ίδια στιγμή, το υπέρογκο κόστος των POS, οι δυσκολίες χρηματοδότησης, τα επιτόκια και η άδικη τεκμαρτή φορολόγηση εξαντλούν τη μικρή επιχείρηση, την οποία η κυβέρνηση έχει εγκαταλείψει στη μοίρα της.
Οι αριθμοί της Eurostat απλώς επιβεβαιώνουν αυτό που βλέπουμε όλοι στις γειτονιές μας: τα καταστήματα κλείνουν το ένα μετά το άλλο. Η μικρή επιχείρηση δεν ζητά προνόμια. Ζητά δικαιοσύνη, λογική και ένα βιώσιμο περιβάλλον για να μπορέσει να σταθεί στα πόδια της.
Εάν η Πολιτεία δεν παρέμβει άμεσα και αποφασιστικά, τότε τα λουκέτα που βλέπουμε σήμερα θα είναι μόνο η αρχή. Και η Ελλάδα δεν αντέχει άλλη απώλεια παραγωγικού ιστού. Δεν αντέχει άλλη ανέχεια. Δεν αντέχει άλλη εξαθλίωση.
Η χώρα βουλιάζει και η κυβέρνηση μιλά για… επιτυχίες
Η Eurostat, ο ΟΟΣΑ, η ΕΛΣΤΑΤ, η ίδια η αγορά – όλοι φωνάζουν. Μόνο η κυβέρνηση Μητσοτάκη κάνει πως δεν ακούει. Έξι χρόνια μετά τις μεγάλες υποσχέσεις, η Ελλάδα παρουσιάζει μια εικόνα θεσμικής κόπωσης, οικονομικής κατάρρευσης και κοινωνικής αποσύνθεσης. Και το πιο εξοργιστικό; Όλα αυτά δεν είναι δύσκολες συγκυρίες. Είναι επιλογές.
Η Eurostat το είπε ξεκάθαρα: η Ελλάδα είναι πλέον η τελευταία χώρα στην Ε.Ε. σε μέσους ετήσιους μισθούς, μαζί με τη Βουλγαρία. Με 18.000 ευρώ τον χρόνο, ο εργαζόμενος καλείται να ζήσει σε μια χώρα όπου οι τιμές έχουν ξεφύγει εντελώς από κάθε λογική. Την ίδια ώρα, Ρουμανία, Πολωνία και Σλοβακία –χώρες που κάποτε κοιτούσαμε αφ’ υψηλού– μας έχουν ήδη αφήσει χιλιόμετρα πίσω.
Αλλά στο Μαξίμου συνεχίζουν τις φιέστες περί ευρωπαϊκής Ελλάδας. Ποιας Ευρώπης; Εκείνης όπου χιλιάδες εργαζόμενοι αμείβονται με τον κατώτατο μισθό ή και κάτω από αυτόν;
Ακρίβεια που σαρώνει – κυβέρνηση που κοιτάζει αλλού
Η αγορά αγκομαχάει. Σούπερ μάρκετ, ενέργεια, ενοίκια: όλα σε ιστορικά υψηλά. Η κατανάλωση έχει πέσει στα τάρταρα και οι επιχειρήσεις της εστίασης μετράνε πτώση ακόμη και στα τουριστικά φιλέτα της χώρας.
Και τι κάνει η κυβέρνηση; Αναγνωρίζει το πρόβλημα – κάθε φορά αφού έχει ήδη καταπιεί τον μισθό ενός μήνα. Ανικανότητα ή επιτηδευμένη τακτική; Ποιος ξέρει. Πάντως λύση δεν υπάρχει.
Ο ΟΟΣΑ αποκάλυψε την ωμή πραγματικότητα: η Ελλάδα δαπανά από τα λιγότερα στην Ευρώπη για την υγεία, αλλά έχει από τα περισσότερα περιστατικά πολιτών που ΜΗΝ κάνουν εξετάσεις λόγω κόστους.
Το ΕΣΥ μοιάζει με ρημαγμένο τοπίο που το καλύπτουν με χαρτί περιτυλίγματος. Κι όμως, το υπουργείο Υγείας μιλά για «μεταρρυθμίσεις» και «εκσυγχρονισμό».
Ποιος εκσυγχρονισμός; Όταν 12% των πολιτών δεν έχει πρόσβαση ούτε σε βασική περίθαλψη;
Κι ενώ το ΕΣΥ καταρρέει, ο υπουργός Υγείας περιοδεύει στα νοσοκομεία υπό το βάρος πρωτοφανούς κοινωνικής οργής: δέχεται γιουχαρίσματα, αποδοκιμασίες, ακόμα και ευθείες δηλώσεις ότι είναι ανεπιθύμητος. Αντί να δώσει ουσιαστικές απαντήσεις, εισπράττει αγανάκτηση, με πολίτες να σχολιάζουν ακόμη και την εικόνα του – από τις αισθητικές παρεμβάσεις μέχρι το στιλιζάρισμα των μαλλιών του – ως σύμβολο της απόστασης ανάμεσα στην πραγματικότητα των νοσοκομείων και τη βιτρίνα που παρουσιάζει. Μια εικόνα πολιτικής παρακμής που δεν τιμά κανέναν.
Η κυβέρνηση παριστάνει την «αντι-φορολογική». Την ίδια στιγμή, όμως, η Ελλάδα ανεβαίνει στην πρώτη δεκάδα της Ε.Ε. στη συνολική φορολογική επιβάρυνση. Έξι στις δέκα επιχειρήσεις παρουσιάζουν ζημιές ή μηδενικά κέρδη. Μόνο 4.000 εταιρίες πληρώνουν σχεδόν τα δύο τρίτα του φόρου νομικών προσώπων.
Η εναπομείνασα μικρομεσαία επιχειρηματικότητα βουλιάζει ολοένα περισσότερο – και η κυβέρνηση χειροκροτεί τον εαυτό της για την «υγιή οικονομία». Αν αυτή είναι υγιής οικονομία, τότε τι είναι ασθένεια;
Η οικονομία του Φραπέ και του Χασάπη
Η μελέτη του LSE περιγράφει τη χώρα ως «οικονομία του καφέ»: άπειρα μαγαζιά που ανοίγουν και κλείνουν, μεροκάματα πείνας, τουρισμός και Airbnb ως βασικοί πυλώνες επιβίωσης. Κανένα σχέδιο παραγωγής, καμία στρατηγική για τεχνολογία ή καινοτομία. Μόνο φραπέδες, χασάπηδες και επιδοτήσεις που εξαφανίζονται στον αέρα.
Η Eurostat αποκαλύπτει:
– 46% των Ελλήνων δεν αντέχει ούτε μία εβδομάδα διακοπών.
– 28% των παιδιών ζουν στο όριο της φτώχειας.
– 27,6% του πληθυσμού πνίγεται από το κόστος στέγασης.
Αυτά δεν είναι δείκτες. Είναι καμπανάκια κινδύνου για μια κοινωνία που διαλύεται ενώ η κυβέρνηση μιλά σαν να ζει σε άλλη χώρα.
Η σημερινή κατάσταση δεν είναι ατύχημα. Είναι το αποτέλεσμα μιας πολιτικής που έβαλε την οικονομία στον αυτόματο πιλότο και την κοινωνία σε λειτουργία επιβίωσης.
Και όσο η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, (σχετικό και αυτό), συνεχίζει να διαφημίζει «επιτυχίες», η Ελλάδα βυθίζεται σε μια νέα μνημονιακή πραγματικότητα, με τη μόνη διαφορά, ότι αυτή τη φορά, το μνημόνιο είναι η ίδια η κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Κορίνα Τριανταφύλλου

