Δημοκρατικό Πατριωτικό Κίνημα
Έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για την Δημοσιονομική βιωσιμότητα έτους 2022 με σημαντικές επισημάνσεις για την οικονομία

Έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου για την Δημοσιονομική βιωσιμότητα έτους 2022 με σημαντικές επισημάνσεις για την οικονομία

Αποτελεί σημαντική καινοτομία η σύνταξη ειδικής έκθεσης για την δημοσιονομική βιωσιμότητα με σκοπό την ενημέρωση του Νομοθετικού σώματος από το Ελεγκτικό Συνέδριο βάσει του ν.4820/2021. Η έκθεση εγκρίθηκε ομόφωνα από το Ελεγκτικό Συνέδριο στις 10 Νοεμβρίου 2023 ενώ κατατέθηκε και παρουσιάστηκε στην Βουλή και συγκεκριμένα στην Επιτροπή Απολογισμού και Γενικού Ισολογισμού του Κράτους και Ελέγχου της Εκτέλεσης του Προϋπολογισμού του Κράτους μόλις το Νοέμβριο του 2024.

Με την εν λόγω Έκθεση δίνεται η δυνατότητα στο σώμα της Βουλής να αξιολογήσει αποτελεσματικά δεδομένα τα οποία αφορούν πέντε βασικούς τομείς: Πορεία μακροοικονομικών Μεγεθών, Δημόσιο Χρέος, Τήρηση Δημοσιονομικών Υποχρεώσεων της Χώρας, Βιωσιμότητα Δημόσιας Ασφάλισης και Συστημικοί Δημοσιονομικοί Κίνδυνοι.

Όσον αφορά την πορεία των μακροοικονομικών μεγεθών το Πραγματικό Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν για το οικονομικό έτος 2022 ανήλθε σε 190,7 δις ευρώ αυξημένο κατά 5,6% σε σχέση με το 2021. Το Ονομαστικό Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν ανήλθε σε 206,6 δις ευρώ αυξημένο κατά 13,8% σε σχέση με το 2021. Ορθά η Έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου επισημαίνει ότι η αύξηση αυτή σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στην αύξηση του γενικού επιπέδου των τιμών (πληθωρισμός).

Η πραγματική αύξηση του ΑΕΠ το 2022 προήλθε από την μεταβολή κυρίως της ιδιωτικής κατανάλωσης και της δημόσιας. Το σύνολο της πραγματικής δημόσιας και ιδιωτικής κατανάλωσης για το 2022 ανήλθε σε 171,8 δις ευρώ ή στο 90% του ΑΕΠ κάτι που αντανακλά και την μεγάλη εξάρτηση της οικονομίας από την κατανάλωση.

Ο Ακαθάριστος Σχηματισμός παγίου κεφαλαίου διαμορφώθηκε το 2022 σε 30,7 δις ευρώ αυξημένος κατά 5,5% σε σχέση με το 2021. Η μεταβολή αυτή δεν οφείλεται στην αύξηση του παραγωγικού κεφαλαίου αλλά στην αύξηση κατασκευής νέων κατοικιών κατά 36,8% και την αύξηση μεταφορικού εξοπλισμού κατά 37,3%. Στον μετασχηματισμό τους ελληνικής οικονομίας συνεισέφεραν και οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις οι οποίες το 2022 ανήλθαν σε 7,9 δις ευρώ αυξημένες κατά 48,2% σε σχέση με το 2021. Ωστόσο οι ΑΞΕ την δεκαετία 2013-2023 αφορούσαν στον τριτογενή τομέα σε ποσοστό 70%. Για την 11ετία αυτή οι καθαρές εισροές ΞΑΕ στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα ανήλθαν σε μόλις 6,5 δις. ευρώ σε σύνολο 39,7 δις. ευρώ.

Για το 2022 οι εισαγωγές ανήλθαν σε 83,6 δις ευρώ παρουσιάζοντας αύξηση κατά 7,2% με τους εξαγωγές να ανέρχονται σε 72,6 δις ευρώ παρουσιάζοντας αύξηση κατά 6,2%. Για το έτος αναφοράς ο ρυθμός αύξησης των εισαγωγών υπερέβει κατά 1% τον ρυθμό αύξησης των εξαγωγών επιβαρύνοντας το Ισοζύγιο Αγαθών και το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών.

Ο πληθωρισμός για το 2022 παρουσίασε μεγάλη αύξηση και ανήλθε στο 9,6% κυρίως λόγω των αυξημένων τιμών ενέργειας. Ωστόσο και η ομάδα «Διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά» αυξήθηκε σε ποσοστό 15,5% δημιουργώντας προβλήματα τους ανελαστικές ανάγκες των νοικοκυριών συμβάλλοντας αρνητικά στο βιοτικό επίπεδο των ευάλωτων και μέσων εισοδηματικά νοικοκυριών. 

Η ανεργία το 2022 ανήλθε στο 12,4%, οι απασχολούμενοι ανήλθαν στα 4,135 εκατομμύρια άτομα παρουσιάζοντας αύξηση κατά 82.000 εργαζομένους. Οι συνταξιούχοι ανήλθαν σε 2,473 εκατομμύρια άτομα με τον δείκτη απασχολούμενων-ανέργων να διαμορφώνεται στο 1,67.

Ωστόσο πρέπει να σημειωθεί πως την τετραετία 2019-2022 εγκατέλειψαν την Ελλάδα συνολικά 238.801 άνθρωποι οι οποίοι ανήκαν στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό. Το 58% εξ’ αυτών ήταν ηλικίας 25-44 ετών. Ενώ από το 2010 έως το 2022 έχουν εγκαταλείψει την χώρα 1.079.992 άνθρωποι από τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό εκ των οποίων 234.058 ήταν ηλικίας 15-24 ετών, οι 633.680 ηλικίας 25-44 ετών και οι 212.254 ηλικίας 45-64 ετών.

Το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών που συνιστά τον βασικό δείκτη ανταγωνιστικότητας τους Χώρας και είναι διαχρονικά ελλειμματικό εκτοξεύθηκε το 2022 στο 10,3% του ΑΕΠ έναντι 6,8% το 2021. Αυτό σημαίνει ότι η χώρα ζει πέραν τους καμπύλης παραγωγικών δυνατοτήτων τους χρησιμοποιώντας εξωτερικό χρέος για την χρηματοδότηση του επιπέδου διαβίωσης των πολιτών τους και την ανάπτυξη τους οικονομίας τους. Για το 2022 η μεγάλη αύξηση του ελλείμματος αποδίδεται στην εκτόξευση των τιμών ενέργειας, των πρώτων υλών καθώς και στο κόστος των αντίστοιχων εισαγωγών.

Απαιτείται να υιοθετηθούν δημόσιες πολιτικές δεδομένου ότι η Ελλάδα δεν δύναται να αξιοποιήσει μέτρα νομισματικής πολιτικής. Αυτές θα μπορούσε να είναι: ενίσχυση επενδύσεων σε ανταγωνιστικά προϊόντα με προστιθέμενη αξία, υιοθέτηση νέων τεχνολογιών στην παραγωγή, αύξηση τους παραγωγικότητας, βελτίωση υποδομών, ενίσχυση τους έρευνας και ανάπτυξης, διασύνδεση ερευνητικών κέντρων με την παραγωγή και βελτίωση-ανάπτυξη του ανθρώπινου κεφαλαίου μέσω τους δια βίου μάθησης τους ορθά σημειώνει η εν λόγω Έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Το μεγάλο πρόβλημα τους ελληνικής οικονομίας ήτοι το επενδυτικό έλλειμμα – επενδυτικό κενό παρέμεινε και το 2022. Σε αυτό προστέθηκε η απομείωση του αποθέματος παγίου κεφαλαίου με συνέπεια το επενδυτικό κενό τους χώρας την περίοδο 2015-2021 να ανέλθει σε 49,6 δις ευρώ. Η αδυναμία των επενδυτικών δαπανών να αντισταθμίσουν τους αποσβέσεις προκάλεσε στην οικονομία έλλειμμα ανταγωνιστικότητας, τεχνολογική υστέρηση και μείωση τους παραγωγικότητας.

Η μείωση του εργατικού δυναμικού και η μετανάστευση εξειδικευμένων εργαζομένων (brain drain) αποτελεί εξίσου σημαντικό πρόβλημα. Σύμφωνα με μελέτη τους Eurostat το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 80 ετών και άνω στον πληθυσμό τους Ε.Ε. θα αυξηθεί το 2100 στο 14,6% αντί του 5,6% το 2018. Σύμφωνα με μελέτη του ΣΕΒ την περίοδο 2008-2017 μετανάστευσαν από την Ελλάδα 467 χιλιάδες πολίτες οι οποίοι ανήκαν στην παραγωγική ηλικία των 25-44 ετών. Μια τους τρις επιχειρήσεις αντιμετωπίζει δυσκολίες στην κάλυψη κενών θέσεων.

Το Χρέος τους Γενικής κυβέρνησης που συνιστά κρίσιμο δείκτη όσον αφορά την συμμόρφωση με τους δημοσιονομικές υποχρεώσεις που απορρέουν από την ενωσιακή νομοθεσία αυξήθηκε το 2022 σε απόλυτο μέγεθος σε 356,59 δις ευρώ από 353,84 δις ευρώ το 2021. Ωστόσο το χρέος μειώθηκε ως ποσοστό του ΑΕΠ στο 172,6% από 195% το 2021. Η ποσοστιαία μείωση οφείλεται στο ότι το ονομαστικό ΑΕΠ αυξήθηκε από 181,5 δις ευρώ το 2021 σε 206,62 δις ευρώ το 2022. Αν και επρόκειτο για την μεγαλύτερη μείωση μεταξύ των κρατών μελών τους Ε.Ε. εντούτοις η Ελλάδα εξακολούθησε να καταλαμβάνει την πρώτη θέση όσον αφορά το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Ο προϋπολογισμός του 2022 προέβλεπε ονομαστικό χρέος Γενικής κυβέρνησης 355,0 δις ευρώ. Σε απόλυτους αριθμούς το ονομαστικό χρέος διαμορφώθηκε τελικά σε 356,59 δις ευρώ. Την μεγαλύτερη συμβολή στην μείωση του χρέους Γενικής κυβέρνησης ως ποσοστό του ΑΕΠ για το 2022 είχε η διαφορά μεταξύ του έμμεσου επιτοκίου δανεισμού και του ρυθμού μεταβολής του ονομαστικού ΑΕΠ καθώς και ότι το πρωτογενές πλεόνασμα άσκησε μειωτική, έστω και οριακά, επίδραση στον λόγο χρέους τους ΑΕΠ.

Όσον αφορά την ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους η ανάλυση τους Ευρωπαϊκής Επιτροπής τον Μάϊο του 2023 επεσήμανε πως ο κίνδυνος για την βιωσιμότητα είναι χαμηλός βραχυπρόθεσμα καθώς οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες τους Γενικής κυβέρνησης αναμένεται να μειωθούν σε 10% περίπου του ΑΕΠ. Ωστόσο ο κίνδυνος τους βιωσιμότητας του χρέους είναι υψηλός μεσοπρόθεσμα καθώς ο δείκτης χρέους θα παραμείνει υψηλός με εκτίμηση στο 126,1% το 2033 βάσει του κύριου σεναρίου. Μακροπρόθεσμα η Επιτροπή αξιολογεί τον κίνδυνο βιωσιμότητας χαμηλό. Η Τράπεζα τους Ελλάδος εκτιμά αποκλιμάκωση του χρέους ως τους ΑΕΠ το 2060 στο 61%. 

Το Χρέος τους Κεντρικής διοίκησης αυξήθηκε το 2022 σε 400,27 δις ευρώ από 388,33 δις ευρώ το 2021. Οι προβλέψεις του προϋπολογισμού για το 2022 αντιστοιχούσαν σε χρέος 391,2 δις οπότε υπήρξε σημαντική απόκλιση. Βασικό χαρακτηριστικό τους σύνθεσης του δημοσίου χρέους το οποίο επηρεάζει θετικά την βιωσιμότητά του είναι ότι το μεγαλύτερο μέρος του βρίσκεται στα χέρια του επίσημου τομέα ήτοι EFSF, ESM, GLF και δάνεια Sure.

Το 2022 το Δημόσιο προσέφυγε στις κεφαλαιαγορές εννέα φορές μέςω του ΟΔΔΗΧ συγκεντρώνοντας το συνολικό ποσό των 8,3 δις ευρώ. Την ίδια περίοδο αναφοράς το υπόλοιπο των εντόκων γραμματίων παρέμεινε σταθερό στο ποσό των 11,8 δις ευρώ σε αντίθεση με το υπόλοιπο των συμφωνιών επαναγοράς (repos) το οποίο παρουσίασε σημαντική αύξηση ύψους 12,97 δις ευρώ από 36,96 δις ευρώ το 2021 σε 49,93 δις ευρώ το 2022.

Το 2022 οι αποδόσεις τίτλων παρουσίασαν σημαντική αύξηση σε σχέση με το 2021. Αν η τάση αυτή συνεχιστεί ενδεχομένως να αποτελέσει κίνδυνο στην σταδιακή αναχρηματοδότηση του συσσωρευμένου χρέους τους τον επίσημο τομέα καθώς θα αυξήσει την έκθεση του Ελληνικού Δημοσίου στον επιτοκιακό κίνδυνο τους αγοράς.

Ο ΟΔΔΗΧ στα πλαίσια τους εκδοτικής στρατηγικής του προχώρησε σε έγκαιρη σύναψη συμβάσεων ανταλλαγής επιτοκίων (swap), που έχουν αντισταθμίσει τον επιτοκιακό κίνδυνο σε ένα σχετικά μεγάλο μερίδιο του χρέους «κλειδώνοντας» τα σχετικά χαμηλά επιτόκια των προηγούμενων ετών. Ωστόσο αυτό δεν αποτελεί πανάκεια δεδομένου ότι η σταδιακή αναχρηματοδότηση των δανειακών υποχρεώσεων τους τον επίσημο τομέα με όρους αγοράς αυξάνει την έκθεση του Δημοσίου στον επιτοκιακό κίνδυνο καθώς επικρατούν ανοδικές τάσεις στα επιτόκια λόγω του υψηλού παγκόσμιου πληθωρισμού.

Όσον αφορά την τήρηση των δημοσιονομικών υποχρεώσεων τους χώρας το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας έληξε τους 20 Αυγούστου 2022 και πλέον βρίσκεται σε διαδικασία μεταπρογραμματικής εποπτείας. Τα κράτη μέλη παραμένουν σε εποπτεία μετά το πρόγραμμα εφόσον δεν έχει εξοφληθεί τουλάχιστον το 75% τους χρηματοδοτικής συνδρομής. Την 12.7.2022 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εξέδωσε σύσταση σχετικά με το Εθνικό Πρόγραμμα Μεταρρυθμίσεων 2022 για την Ελλάδα προτρέποντας για συνετή δημοσιονομική πολιτική, επέκταση των επενδύσεων για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, βελτίωση του φορολογικού συστήματος για τους επενδύσεις και επανεξέταση τους διάρθρωσης τους φορολογικής επιβάρυνσης των αυτοαπασχολούμενων.

Περαιτέρω υπήρξαν συστάσεις για την εφαρμογή του σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας βάσει των ορόσημων τους εκτελεστικής απόφασης του Συμβουλίου τους 13ης Ιουνίου 2021, τους στελέχωσης όλων των μονάδων πρωτοβάθμιας ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, την μείωση τους συνολικής εξάρτησης από τα ορυκτά καύσιμα και την επιτάχυνση στην ανάπτυξη τους ανανεώσιμης ενέργειας και υποδομών που καθιστούν δυνατή την χρήση ανανεώσιμου υδρογόνου.

Σε Έκθεσή τους η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Μάϊο του 2023 κατέληξε σε συμπεράσματα για την πρόοδο των συστάσεων τους την χώρα τους. «Σημαντική πρόοδο» καταγράφηκε στο 21% των συστάσεων σε διαρθρωτικά ζητήματα, στο 42% καταγράφηκε «κάποια πρόοδος», στο 25% «περιορισμένη πρόοδος», «καμία πρόοδος» στο 5% και «πλήρης υλοποίηση» στο 7%.

Όσον αφορά την βιωσιμότητα του συστήματος δημόσιας ασφάλισης και για το 2022 παρέμειναν οι κρίσιμοι παράγοντες που το επηρεάζουν τους το δημογραφικό με την υπογεννητικότητα και γήρανση του πληθυσμού, την σχέση των εργαζομένων-συνταξιούχων στον συνολικό πληθυσμό ηλικίας άνω των 18 ετών, την ηλικίας συνταξιοδότησης, το επίπεδο ανεργίας-υποαπασχόλησης, τον ρυθμός ανάπτυξης και το ύψος των μισθών.

Η εκτέλεση του προϋπολογισμού των »σφαλ’στικών ταμείων το 2022 εμφάνισε πλεόνασμα ύψους 1,66 δις ευρώ αυξημένο κατά 1,31 δις ευρώ σε σχέση με το 2021. Τα έσοδα ήταν αυξημένα κατά 2,36 δις ευρώ και ομοίως οι δαπάνες κατά 1,05 δις ευρώ. Ο αριθμός των συνταξιούχων ανήλθε σε 2.473.565 άτομα και η μέση μηνιαία δαπάνη που κατέβαλαν τα ταμεία ανήλθε σε 2,378 δις ευρώ. Τα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές και τους ρυθμίσεις οφειλών ανήλθαν σε 17,22 δις ευρώ αυξημένα κατά 1,12 δις ευρώ σε σχέση με το 2021. Τα εν λόγω έσοδα αντιστοιχούν στο 36% του συνόλου των εσόδων των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης για το 2022. Το σύνολο των ληξιπρόθεσμων ασφαλιστικών οφειλών για το 2022 διαμορφώθηκε σε 45,672 δις ευρώ έναντι 41,020 δις ευρώ το 2021.

Το επιπλέον χρέος τους κοινωνικής ασφάλισης που δημιουργήθηκε εντός του 2022 ήτοι τα 4,65 δις ευρώ αποτελεί παράγοντα διακινδύνευσης για την βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, καθώς μειώνονται τα έσοδα από τους ρυθμίσεις οφειλών.

Οι μεταβιβάσεις από τον κρατικό προϋπολογισμό ανήλθαν για το 2022 σε 14,508 δις ευρώ αυξημένες κατά 192 εκατομμύρια ευρώ σε σχέση με το 2021. Τα ασφαλιστικά ταμεία στην Ελλάδα δεν έχουν μεγάλα αποθεματικά να χειρίζονται και να επενδύουν τους η Νορβηγία, η Γερμανία, η Ελβετία, ΗΠΑ, Καναδάς κλπ οπότε η βιωσιμότητα των εσόδων τους εξαρτάται από τους ασταθείς συνιστώσες τους οικονομικής συγκυρίας, του ποσοστού του ενεργού πληθυσμού που εργάζεται, την εξέλιξη του δημογραφικού, την οικονομική ανάπτυξη κλπ. 

Η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι πρώτη τους συνταξιοδοτικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ 14,5% τους χώρες τους Ευρωζώνης και η διατήρηση αυτού του υψηλού ποσοστού τα επόμενα χρόνια θα υποχρεώσει το κράτος στην δέσμευση σημαντικών πόρων του κρατικού προϋπολογισμού οι οποίοι διαφορετικά θα μπορούσαν να διατεθούν σε παραγωγικές επενδύσεις για την αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης και τους ανταγωνιστικότητας τους οικονομίας.

Σύμφωνα με την απογραφή τους ΕΛ.ΣΤΑΤ. το 2021 ο συνολικός μόνιμος πληθυσμός ανέρχεται σε 10.482.487 άτομα μειωμένος κατά 3,1% σε σύγκριση με την απογραφή του 2011. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι θα μειωθεί ο πληθυσμός των ατόμων εργάσιμης ηλικίας και θα αυξηθεί ο δείκτης γήρανσης με αποτέλεσμα την μείωση αναμενόμενων εσόδων από ασφαλιστικές εισφορές και την ανάγκη κάλυψης του κενού χρηματοδότησης που θα προκύψει με αύξηση των μεταβιβάσεων από τον κρατικό προϋπολογισμό.

Όσον αφορά για την έκθεση των συστημικών τραπεζών στην οικονομική συγκυρία το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου εξέδωσε για πρώτη φορά τον Σεπτέμβριο του 2022 προειδοποίηση κινδύνων για το χρηματοπιστωτικό σύστημα στην Ευρώπη με την οποία προσδιόρισε τρις βασικές πηγές συστημικού κινδύνου: α. την επιδείνωση των μακροοικονομικών προοπτικών, β. τους κινδύνους για την χρηματοπιστωτική σταθερότητα που απορρέουν από μια πιθανή απότομη διόρθωση των τιμών των περιουσιακών στοιχείων και γ. τους επιπτώσεις των εξελίξεων αυτών στην ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Ο λόγος των ΜΕΔ (μη εξυπηρετούμενων δανείων) το 2022 διαμορφώθηκε σε 8,7% έναντι 12,8% το 2021. Εξακολουθεί να παραμένει σε υψηλό επίπεδο σε σύγκριση με τον μέσο όρο τους Ευρωζώνης ο οποίος το 2022 ανήλθε σε 1,8%. Τα εποπτικά ίδια κεφάλαια των τραπεζών στην Ελλάδα το 2022 αυξήθηκαν κατά 9,6% σε σχέση με το 2021 ενώ η ποιότητά τους παραμένει χαμηλή δεδομένου ότι προέρχονται από τους αναβαλλόμενες φορολογικές απαιτήσεις οι οποίες ανήλθαν σε 13,7 δις ευρώ αντιπροσωπεύοντας το 52% των συνολικών εποπτικών ιδίων κεφαλαίων από 59% το 2021. 

Είναι προφανές ότι η μεταφορά των ΜΕΔ σε εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων δεν σημαίνει αυτόματα και την οριστική εξάλειψη του χρέους από την οικονομία. Το μείζον κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα των ΜΕΔ, της μεταφοράς τους στους servicers, των πλειστηριασμών κλπ παραμένει για την ελληνική κοινωνία.

Περαιτέρω ο υψηλός πληθωρισμός που συνοδεύεται από υψηλά επιτόκια, η ενδεχόμενη εμφάνιση νέας γενιάς ΜΕΔ, η συνακόλουθη αύξηση του πιστωτικού κινδύνου των τραπεζών και η δυνατότητά τους για την δημιουργία εσωτερικού κεφαλαίου αποτελούν στοιχεία που χρήζουν εντατικής και συστηματικής παρακολούθησης.

Αντώνης Καλόγηρος

Οικονομολόγος, Υπεύθυνος Θ.Ο. Εθνικής Οικονομίας της ΝΙΚΗΣ

«Να νοσταλγείς τον τόπο σου, ζώντας στον τόπο σου, τίποτε δεν είναι πιο πικρό» Γ. Σεφέρης

Το Δημοκρατικό Πατριωτικό Κίνημα ΝΙΚΗ είναι ένας εγκεκριμένος Πολιτικός Οργανισμός, από τον Άρειο Πάγο, από τις 25 Ιουλίου του 2019.

 

Τραπεζικός λογαριασμός
IBAN: GR4102602030000830201895856 (Eurobank)
BIC: ERBKGRAAXXX | 0203 – Τσιμισκή 27 Θεσσαλονίκη
Δικαιούχος: ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΠΑΤΡΙΩΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΝΙΚΗ

Θεσσαλονίκη

Πλατεία Αριστοτέλους 5, Θεσσαλονίκη 546 23

Τηλ: 2310 232999

Πάτρα

Μαιζώνος 94 , τ.κ. 26221

Βόλος

NAKOS CENTER, Σπ. Σπυρίδη 38, 1ος όροφος., Βόλος 38221

Αθήνα

Σταδίου 10, Αθήνα 105 64

Τηλ: 210 3217890

Ιωάννινα

Ναπ. Ζέρβα 2 και Πυρσινέλλα 1 Ιωάννινα. (1ος όροφος), Ιωάννινα 45221