«Έως πότε, πανακήρατε Κόρη, το τρισάθλιον Γένος των Ελλήνων έχει να ευρίσκεται εις τα δεσμά μιας ανυποφέρτου δουλείας;». Ο Κεφαλλονίτης Επίσκοπος Κερνίτζης και Καλαβρύτων Ηλίας Μηνιάτης (1669-1714), εκφώνησε ως Αρχιμανδρίτης στο Ναό του Αγίου Γεωργίου Βενετίας, στον οποίο υπηρέτησε, πιθανόν το 1698, λόγο πανηγυρικό «εις τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου» και είπε, μεταξύ άλλων, και τα παραπάνω.
Τότε τα δεσμά ήταν φανερά, η δουλεία στην τουρκική κτηνωδία «τηγάνιζε» και ποδοπατούσε το Γένος. Όμως υπήρχε η πίστη και η ελπίδα στην εθνική του ανάστασή.
Μπορεί να καυχάται η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας για την τηλεδιδασκαλία όμως «ενδέχεται άλλως έχειν», όπως ακουγόταν στην εκκλησία του δήμου τα αρχαία χρόνια. Δεν είναι όλα ρόδινα. Το διαδίκτυο και η έκθεσή του σ’ αυτό επί ώρες, για μικρούς μαθητές, είναι πολλές φορές καταστρεπτικό. Ακόμη και αν ο σκοπός είναι ιερός, τα μέσα δεν αγιάζονται.
Πρώτον: Είναι γνωστό ότι το διαδίκτυο με την τεράστια αποθήκευση πληροφοριών δημιουργεί στο χρήστη του, ιδίως στις νεότερες ηλικίες, την ολέθρια ψευδαίσθηση ότι ο ίδιος κατέχει και έχει κατακτήσει αυτές τις γνώσεις. Το θεωρεί, τρόπον τινά, ως προέκταση, εξάρτημα της μνήμης του. Γι’ αυτό η μελέτη θεωρείται πια χάσιμο χρόνου, γίνεται αντικείμενο χλεύης, πράγμα καταστρεπτικότατο για την γλώσσα και την σκέψη. «Μελέτη το παν» έλεγαν οι αρχαίοι. Το βιβλίο μορφώνει, το διαδίκτυο πληροφορεί και…παραπληροφορεί.
Δικαίως διαμαρτυρόμαστε και πονάμε και αισθανόμαστε ορφανοί, γιατί κλειδαμπαρώθηκαν οι ναοί της Εκκλησίας μας. Και όπως οι άνθρωποι που έχασαν ένα πολυαγαπημένο πρόσωπο, το θυμούνται με συγκίνηση, θρηνούν περισσότερο και νιώθουν έντονα την απουσία του, τις «χρονιάρες» ημέρες, Πάσχα και Χριστούγεννα, έτσι και εμείς, οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, αισθανόμαστε θλίψη και σπαραγμό, γιατί δεν θα μπορέσουμε ούτε τα φετινά Χριστούγεννα, να «δειπνήσουμε» στον οίκο του Πατέρα τους. Όπως και το περασμένο Πάσχα, δεν θα εισέλθουμε στην χαρά του Κυρίου μας. Ο σύγχρονος Πιλάτος έχει τοποθετήσει φρουρές και κουστωδίες, να απαγορεύουν διά ροπάλου την είσοδο.
Πρώτον: Κάποτε η Διοίκηση διορίζει τον Μακρυγιάννη "αρχηγό των Αθηναίων". Τον πλησιάζει ο Γρόπιος (Gropius), πρόξενος της Αούστριας και του λέει να δεχτεί τον "Γκόρδον", τον Άγγλο, ως αρχηγό, διότι θα
βάλει τα χρήματα. Απαντά ο πατριδοφύλακας στρατηγός: "Σύρε πες του, όποιος είναι αυτός οπού θα βάλει τα χρήματα, όχι αρχηγόν τον κάνω καμπούλι (= δέχομαι να γίνει), διά την αγάπη της πατρίδος μου, αλλά όπου κατουράγει να μου δίνει να πίνω εγώ το κάτουρο. Το κάνω αυτό και του το δίνω εγγράφως".
(Απομνημονεύματα, εκδ. Ζαχαρόπουλος, σελ. 483). Έχουμε, οι τωρινοί Έλληνες, τέτοια αγάπη για την πατρίδα;
Τιμά και γεραίρει η Εκκλησία μας, στις 9 Νοεμβρίου κάθε έτους, την μνήμη του Αγίου Νεκταρίου, ενός από τους πιο αγαπητούς αγίους του ορθόδοξου λαού μας. Τον αγαπάμε και τον ευλαβούμαστε και εμείς οι δάσκαλοι, όσοι πιστεύουμε στον Σωτήρα Χριστό μας, γιατί ο άγιος υπήρξε και δάσκαλος.
Γύρω στο 1866 περίπου, ο 20χρονος τότε Αναστάσιος, φεύγει από την Πόλη και πηγαίνει στην τουρκοκρατούμενη Χίο. Η ευρεία του μόρφωση, η ολοκάρδιος αγάπη και το ήθος του, εκτιμήθηκαν και αναλαμβάνει καθήκοντα διδασκάλου στο χωριό Λιθί. Επί μια δεκαετία το μυροβόλο και γόνιμο αποτύπωμά του, μένει ανεξίτηλο στις καρδιές των κατοίκων και μαθητών του. Μαθητής του και μετέπειτα καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Τιμίου Σταυρού Ιεροσολύμων, Ι. Νεομονιτάκης, θα γράψει:
Στην ερώτηση, ποιος ήταν ο πρώτος και ποιος ο τελευταίος αυτοκράτορας της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας τι θα απαντούσαμε άραγε; Αν θα απαντούσαμε σωστά για τον πρώτο με τον Ιούλιο Καίσαρα, ίσως να δυσκολευόμασταν να απαντήσουμε για τον τελευταίο, που δεν ήταν άλλος από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Έχοντας λοιπόν κατά νου πως το βυζάντιο, -όρος δυτικός ο οποίος εισήχθη τον 16αιώνα από Γερμανούς μελετητές - δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η Ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία, μπορούμε να αντιληφθούμε την ακτινοβολία και την σημασία της στον τότε γνωστό κόσμο.
Ο ελληνικός πολιτισμός όντας πανάρχαιος, έκανε ένα μεγάλο ταξίδι από τις απαρχές του μέχρι σήμερα. Όχι μόνο διατηρήθηκε αλλά και εμπλουτίστηκε με το διάβα των αιώνων. Έτσι από την εποχή των Μυκηναίων και τον Τρωικό πόλεμο του Ομήρου, την βυζαντινή περίοδο και την τουρκοκρατία φτάνοντας στο σήμερα, υπάρχουν κοινά χαρακτηριστικά που τον διακρίνουν. Αυτά είναι η φιλοξενία , η τιμή στους νεκρούς και τα ταφικά έθιμα, η εξωστρέφεια και η επαφή με άλλους πολιτισμούς μέσω του εμπορίου και της φιλοσοφίας καθώς και η ελληνική γλώσσα.